Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 18, 2006

(7) άσχετο παραλλήρημα

Είναι αργά και είμαι δουλειά. Τους τελευταίους μήνες χαζεύω στη δουλειά. Δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Το μυαλό ξεφεύγει, χάνεται, προσπαθώ μάταια να το συμαζέψω, να επιστρέψω στο πριν, και τίποτα. Επιμένω. Έρχομαι περισσότερες ώρες. Αντιστέκομαι στην αδράνεια του, το μαλώνω, το πιέζω και αυτό θέλει να υπακούσει, να ξεφύγει από τα άλλα, πονά που αποτυγχάνει, που τόσο με απογοητεύει, που άθελα του με πάει στη καταστροφή. Όλες οι κινήσεις μου αυτή τη χρονιά για την αυτοκαταστροφή. Και μετά το σοκ. Όταν συνειδητοποιώ ότι επιτιθέμενη στον εαυτό μου, επιτίθεμαι στο παιδί μου. Στην αρχή μούδιασμα, χαμένη, ταραχή και τρόμος. Τι κάνω; τι κάνω; γιατί δε συνέρχομαι. Και μετά η ερώτηση από τη ψυχολόγα.

Ποια είσαι τελικά. Είσαι κάποια που πρέπει να τη χτυπάς αλύπητα; Ένα αντικείμενο καταστροφής;

Με δυσκολία μπόρεσα να ανοίξω τη πόρτα της και να φύγω. Μουδιασμένη. Πόσο, πόσο να χτυπήσω τον εαυτό μου, πόσο. Πόσο να τον τιμωρήσω; Τι έκανε και αξίζει τέτοια μεταχείρηση; Δε ξέρω, όχι ακόμη, αυτό μένει να ξεδιαλύνει, αλλά από κείνη τη στιγμή λύτρωση. Ντιμπούκ τέλος. Σχεδόν. Αλλά τα ταξίδια του μυαλού, ακυβέρνητα μεν, σε πιό ήρεμες θάλασσες δε. Συνέρχομαι. Αναγεννιέμαι. Τρείς μέρες τώρα νηνεμία. Και σήμερα στη δουλειά καλύτερα. Και μετά το απόγευμα εκεί που το μυαλό πήγε να ξεφύγει, να ψάξει να βρει τη φουρτούνα, ξαφνικά βροντές, αστραπές, χαλασμός. Και έννοιωσα σαν η φύση να με μάλωνε, να μου έλεγε σταμάτα πιά να με καταστρέφεις, κομμάτι μου είσαι, λυπήσου με, έλα πίσω. Και φόρτσαρα και δούλεψα όπως δούλευα πέρυσι. Και η καταιγίδα σταμάτησε. Η μπόρα πέρασε. Η φύση με χαιδεύει. Πέντε μέρες τώρα η φύση με χαιδεύει. Δυναμώνω. Αδειάζω. Καθαρίζω. Και είμαι καλά. Και αύριο ξανά εδώ. Και μεθαυριο. Να σώσω ότι σώζεται. Να επανέλθω. Μπορώ. Προλαβαίνω. Δε φοβάμαι πιά. Είμαι ασφαλής. Ο Ιάσωνας είναι ασφαλής. Μπορώ να μας προστατεύσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: