Τετάρτη, Μαρτίου 25, 2009

Γαμώτο μου

Η κάθε πράξη, και η απραξία έχουν συνέπειες.
Ο λόγος, και η σιωπή, έχουν συνέπειες.
Ανεξαρτήτως, γιατί έγινε, ποια δικαιολογία, ποια καλή πρόθεση, ποιός μη σωστός υπολογισμός των συνεπειών, οι συνέπειες παραμένουν.
Είναι αυτές που είναι
Ανεξαρτήτως ελαφρυντικών, ή τυχαιότητας.
Οι συνέπειες εκεί.
Και γαμώτο μου, δεν είναι μόνο δικές μας, είναι και των πιο κοντινών μας.
Ναι, κι αυτό θα περάσει, όλα περνάνε, αλλά με ποιό τίμημα.
Γαμώτο μου, με έχω νεύρα, καλά κάνω, θα το διαχειριστώ, έχω εμπιστοσύνη, αλλά οι συνέπειες παραμένουν. Γαμώτο μου.

Και πόσο γελοιο είναι
Εγώ, που είμαι καλή, που δεν έχω πειράξει μυρμήγκι, πλήγωσα τον πιο αγαπημένο μου.
Γαμώτο μου.

Τρίτη, Μαρτίου 24, 2009

Μη με φοβάσαι.

Θέλω μόνο να μιλήσω. Όπως ο Τζόυς χρησιμοποιούσε τη γραφή για να διαχειρηστεί τη νεύρωση του, έτσι κι εγώ χρησιμοποιούσα αυτό το μπλογκ. Τα ξέρναγα. Τα διαχειριζόμουνα. Κι έπειτα δε μπορούσα πια να τα ξερνάω γιατί ανήκαν αλλού. Και έμειναν μέσα μου, μένουν μέσα μου τόσο καιρό πιά, που πλέον δε με νοιάζει, ας ανήκουν αλλού, ας παρεξηγηθούν, ας είναι ότι να ναι. Δεν έχω επιλογή παρά να μιλήσω στο κενό. Κι ας μην ακούει μόνο το κενό. Θέλω μόνο να μιλήσω. Να μιλήσω. Μπας και ξαναβρώ τα κομμάτια μου που ένα ένα διέγραψα, πρώτο αυτό το διέξοδο της γραφής, και μετά ένα ένα τα όλα μου, και πια δεν έμεινε τίποτα που να θυμίζει τι είμαι. Μόνο το πρακτικό κομμάτι που στέκεται, κι αντέχει, και συνεχίζει. Γιατί έτσι πρέπει, γιατί είναι η μόνη επιλογή. Μέχρι πριν δέκα μέρες το διαχειριζόμουνα. Νόμιζα. Έκανα αυτό που πρέπει, όχι αβασάνιστα, όχι, δεν ειμαι κανένας ήρωας, όχι, αλλά ανεξαρτήτως γκρίνιας, έκανα αυτό που πρέπει και άντεχα να μην είμαι τίποτα αναγνωρίσιμο. Και έτσι ξαφνκά άρχισα να έχω αυπνίες, άρχισε το μυαλό να σκέφτεται πάλι, μα γιατί μυαλό χαζό άρχισες να σκέφτεσαι, και τώρα πια πνίγομαι, πνίγομαι από όλες αυτές τις λέξεις που δε γράφω. Πνίγομαι από όλα αυτά που ζω, που επέλεξα να ζω, από τις καταστροφές και τους θανάτους που επιλέγω. Βαράτε αλύπητα αντέχω. Άντεχα,αντέχω, θα αντέχω. Ουδε μίαν αμφιβολίαν περι τούτου. Η αλκιμήδη είναι σαν την Ελλάδα, δεν πεθαίνει (που τέτοια λύτρωση για μένα), μόνο ξαποσταίνει, και επειτα πάλι προς τα λάθη τραβά, τραβά, τραβά. Και πάντα πίστευα ότι δε θα μπορέσω να τα βγάλω πέρα, και πάντα νόμιζα ότι τούτο το πέσιμο θα είναι και το τελευταίο. Κι όμως, ω, να τη ξανασηκώνεται. Και πάντα, ένοιωθα κουρασμένη και ήθελα να έρθει κάποιος να με σώσει. Και πάντα εγώ, ο ίδιος μου ο εαυτός, ναι, ναι, αυτός ο κλέφτης στον καθρέφτη, εγώ, με σώζω. Όχι για πολύ, ξανά λάθη, και ξανά, και ξανά. Ναι ξέρω, κι αυτήν την φορά θα τα καταφέρω. Και δε θέλω πια να με σώσει κανείς, δε χρειάζομαι την υποχρέωση, και ναι νιώθω κουρασμένη, τόσο μα τόσο κουρασμένη, τόσο που δεν νομίζω ότι θα τα βγάλω πέρα, κι όμως η ιστορία επαναλαμβάνεται, και θα το κάνει τώρα. Βαράτε αλύπητα λοιπόν. Δώσε κι άλλο, αντέχω. Πάρε τα όλα, αντέχω. Μη μου δώσεις ούτε μια ελπίδα, ούτε μια αμυδρή υποψία στήριξης από πουθενά. Το μάθημα το πιασα, και για να είμαστε σίγουροι ότι θα το μάθω για τα καλά και δε θα μου ξεφύγει, χτύπα κι άλλο. Σε προκαλώ. Είμαι βράχος, δε λυγίζω, οι καταιγίδες με λυάνανε, και σε λίγο θα γλυστρούν και δε θα ακουμπούν. Θα γίνω ένας βράχος αδιάβροχος. Πριν πολλά χρόνια σε ένα γκρουπ ομαδικής θεραπίας για τη στήριξη της αυτοπεποιήθησης, μας έβαλε η ψυχολόγα να πούμε το κυριότερο μας χαρακτηριστικό. I am a fighter είπα, και σιχτιρούσα που αναγκαζόμουνα να είμαι μαχήτρια. Και σε μια στιγμή αναστάτωσης και που η ζωή μου γιά άλλη μια φορά είχε έρθει τούμπαλιν, μου είπε μια φίλη, you ve done it before, you ll do it again. Και το κανα, κι άλλη μια φορά, κι άλλη μια. Και σκέφτομαι τώρα που με έχω διαγράψει κι αναρριωτιέμαι που θα βρω ξανά τα κομμάτια μου, κι αυτο το έργο το έχω ξαναδεί. Και μετά με ξαναβρήκα. Και όλα αυτά που μου φαίνονται βουνό, δε με νοιάζει, βράχος βουνό είμαι, και έχω θέα κι ας μην τη βλέπω. Και σκέφτομαι οι πιο ευτυχισμένες μέρες, οι μέρες που ήμουνα καλά, ήμουν μόνη, χωρίς στηρίγματα, χωρίς ελπίδες, χωρίς παραισθήσεις, χωρίς μέλλον. Οπότε είμαι σε καλό δρόμο, σωστά; :-) Κι όχι δικαίωση δε ψάχνω, έσφαλλα, θα πληρώσω, τις ευθύνες εγώ, εγώ και τις συνέπειες, σωστά; Κι έτσι μη με φοβάσαι. Δε με σκότωσε, δε με έκανε πιο δυνατή. Ήμουν ηδη. Είμαι. Και τι χαζό να αναζητώ κάποιον να με ξεκουράσει, όταν ο πριγκηπάς μου ήταν πάντα εδώ, ο εαυτός μου. Αυτός θα με πάρει από το χέρι, αυτός θα μου πει σώπα καλό μου μη κλαίς, αυτός θα με χαιδέψει, αυτός ο σύντροφος, το στήριγμα, ο οδηγός. Βαράτε λοιπόν, βαράτε, μη με λυπάσαι, μη με φοβάσαι, όχι οίκτος, πείσμα μονάχα, και γερά ξανά μανά από την αρχή. Να βρούμε την αλκιμήδη σιγά σιγά, να ξαναβάλουμε τη ψυχή μέσα της, να τη ξαναστήσουμε. Έχει πολλά λάθη ακόμη να κάνει, αμαρτία να το στερηθεί αυτό, σωστά; Σωστά να λες, σωστά.
Χαμογελώ λιγάκι. Ευχαριστώ.

Κυριακή, Μαρτίου 22, 2009

Ποιώ ανοικτότερα..

Πρώτη μέρα της άνοιξης σήμερα. Μη χέσω. Μόνο άνοιξη δε θύμιζε αλλά κάποια στιγμή μέσα από τη βροχή έσκασε ένας ήλιος και ήταν αρκετός. Εξάλλου πλάι μου και στην αγκαλιά μου είχα τον ήλιο τον ίδιο, οπότε τι με νοιάζει. Ξετρελάθηκε με τις λακούβες τις γεμάτες νερό, και τα αααα και ουάου δε σταμάτησαν όταν ένα αυτοκινητο περνούσε με φόρα και κατάβρεχε το συμπαν. Άλλος θα συχτίριζε κι εμείς ξεφωνίζαμε από ενθουσιασμό. Και μετά πήρε σβάρνα λακούβα και λακουβάκια, και πλατς εδώ και πλατς εκεί. Εξάλλου είχαμε γίνει παπιά. Οπότε μια χαρά άνοιξη ήταν, και καλή αρχή της εποχής, όλη μέρα μαζί μετά από τρεις μέρες που είχα να τον δω.
Ημέρα ποίησης κιόλας, να μη ξεχνιόμαστε. Δε το χα πάρει χαμπάρι, μου το πανε οι φιλενάδες μου, και ποιος ο τιμώμενος ποιητής φέτος; Ρίτσος. Γέλασα μέσα μου και μια ικανοποίηση. Φέτος είναι δικός μου, γλυκιά τυχαιότης, φέτος είναι δικός μου.