Δευτέρα, Αυγούστου 07, 2006

Γράμμα σε Σένα - μέρος πέμπτο- η δεύτερη ευκαιρία

Κυριακή βράδυ, να ξημερώνει καθαρά Δευτέρα. Έξι μέρες μακριά Σου. Άρρωστη. Χαμένη.
Αντιστέκομαι και συνεχίζω να βγαίνω. Σε πείσμα του πόνου μου.
Έχω πάει με τη φιλενάδα μου θέατρο και μετά σε ταβερνείο μετά ζωντανής μουσικής στη Πλάκα. Χορεύω και το κινητό σφικτά στα χέρια. Αν μου στείλεις μύνημα να το δω αμέσως.
Στο χασαποσέρβικο απάνω, νοιώθω τη δόνηση στο χέρι. Μύνημα! "Αν θες έλα, αλλά δε νομίζω ότι έχουμε τίποτα να πούμε" Ώρα δωδεκάμιση. Αλαφιασμένη, πέρνω τη φίλη μου, πληρώνουμε και όσο τρέχουμε για το πάρκιν σου τηλεφωνώ, σε 40 λεπτά θα είμαι εκεί. Τρέχω σα τρελή, να αφήσω τη φίλη μου και να έρθω.

Ανοίγεις τη πόρτα, πέφτω στην αγκαλιά Σου, κάνουμε έρωτα. Κλαίω, Σου λέω "δε πιστεύω τι πήγα να χάσω".
Αχ και να ήξερα. Πέφτω στη φωτιά, ξανά. Δικιά Σου. Το ξέρεις.
Οι επόμενες μέρες δεν είναι ο παράδεισος που είχαμε ζήσει πριν, αλλά δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν αυτά που συνέβησαν, σκέφτομαι.

Όχι δε ζήτησες συγνώμη για τα σκληρά Σου λόγια.
Όχι δεν έδωσες εξηγήσεις.
Υπονοείται, αλλά δεν είναι φανερό. Είμαι υπό.

Το πρωί της Δευτέρας με διώχνεις, έχεις δουλειά.
Εγώ στη πλάνη μου ευτυχισμένη.
Βλεπόμαστε δυο τρία βράδυα ακόμη, δε θυμάμαι ακριβώς. Πάντα σπίτι Σου αυτή τη φορά. Τελειώσανε οι έξοδοι και η προσποίηση ότι είμαι για κάτι παραπάνω από το κρεβάτι Σου, αλλά ακόμη δε το βλέπω. Έτσι κι αλλιώς, και εμένα η μόνη μου επιθυμία είναι να Σε γεύομαι ιδιωτικά.

Α ναι ο αδερφός θα έκανε εγχείρηση και ανυσηχούσα. Προσφέρθηκες να με πας στη Πάτρα να τον δω. Μιλήσαμε πολύ στο τηλέφωνο. Μιλήσαμε για μια ιδέα επιχείρησης που είχα. Είχες αρχίσει να γράφεις τα ποιήματα στο μπλογκ Σου.

Τη Παρασκευή όμως τη θυμάμαι. Υποτίθεται ότι εκείνο το Σαββατοκύριακο θα πηγαίναμε εκδρομή. Ορεινή Ναυπακτία. Το ακύρωσες όμως γιατί είχες δουλειά.
Έτσι, ήρθα σπίτι Σου πάλι. Περάσαμε υπέροχα. Όπως καθόμαστε στο καναπέ γυμνοί με κοιτάζεις και λές "αυτή την εικόνα θέλω να τη κρατήσω για πάντα, είσαι ένας άγγελος". Μου είπες ότι ζήτησες από τη μεσήτρια της εταιρίας Σου να ψάξει κατάλληλο κτίριο για την επιχείρηση που σκεφτόμουν (άσε Σου λέω, να μη μεγαλοπιάνομαι, φοβάμαι να προχωρήσω τόσο γρήγορα), μου είπες ότι της ζήτησες να Σου βρεί και Σένα κατάλληλο σπίτι για μας, κοντά στο σχολείο του Ιάσωνα.

Το επόμενο πρωί θα πηγαίναμε με τον Ιάσωνα στην έκθεση του DaVinci. Είχα πάρει, έκπληξη, καθισματάκι παιδικό, για το αυτοκίνητο Σου... Και ένα δώρο από Σένα για τον Ιάσωνα. Για να Σε συμπαθήσει.
Το πρωί με ενημέρωσες ότι τελικά έχεις δουλειά. Δε πειράζει θα τα πούμε το βράδυ, κανονίσαμε.

Το απόγευμα ακούω το κινητό, μύνημα. Μες τη τρελή χαρά ανοίγω και διαβάζω

"Έχω την αίσθηση ότι κατά κάποιο τρόπο σε "κοροιδεύω". Δεν είμαι ερωτευμένος. Είσαι υπέροχη γυναίκα αλλά δε μου "βγήκε". Ας σταματήσουμε εδώ."

Γροθιά στο στομάχι, άφωνη. Διπλώθηκα. Σκοτάδι στα μάτια, στο μυαλό, στη καρδιά, στη ψυχή. Το σώμα αντέδρασε. Σπασμοί. Εμετοί. Φεύγω από το σπίτι. Οδηγώ.

Είναι η τρίτη φορά που με πετάς.

Είναι μόνο 22 μέρες από τότε που Σε είδα πρώτη φορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: