Παρασκευή, Δεκεμβρίου 31, 2010

Στο πνεύμα των ημερών

Χθες στο ραδιόφωνο άκουσα ένα μαγικό τραγούδι, αυτό.
Ψάχνοντας μέσα από τους στίχους του να το βρω στο you tube, ανακάλυψα ότι πρόκειται για ένα πασίγνωστο χριστουγεννιάτικο τραγούδι, το Carol of the Bells, το οποίο έχει διασκευαστεί άπειρες φορές και χρησιμοποιείται πολύ στις διάφορες επιδείξεις με συγχρονισμένα με φωτάκια. Έχει διασκευαστεί για τη ταινία "Μόνος στο σπίτι" από τον John Williams καθώς και από τους August Burn Red. Ειδικά αυτή η τελευταία διασκευή με αρέσει πολύ. Και φυσικά είναι κλασσικό τραγούδι για χορωδίες, ακόμη και ελληνικές!
Αυτό που με ενθουσίασε ιδιαίτερα είναι η προϊστορία του. Πρόκειται για ένα παραδοσιακό ουκρανικό ρυθμό ο οποιός έγινε χριστουγεννιατικο τραγούδι από τον Ουκρανο συνθέτη Mykola Leontovych το 1916 με το τίτλοShchedryk (ο γενναιόδωρος). Το 1930 ο Peter Wilhousky το προσάρμοσε σε αυτό που τώρα είναι πιο γνωστό.
Προσωπικά, η πρώτη εκδοχή που άκουσα, αυτή στο ραδιόφωνο, από τους The Calling, με μάγεψε, οι δε στίχοι μου φέρνουν ένα χαμόγελο και μια γλύκα. Σημειωτέον, τους στίχους τους έχουν αλλάξει ελαφρώς, και τους προτιμώ έτσι όπως τους έχουν κάνει. Ακόμη πιο αισιόδοξους, ακόμη πιο γλυκούς.

Hark how the bells, sweet silver bells
all seem to say, throw cares away
Christmas is here, bringing good cheer
To young and old, meek and the bold

From every village town, can you hear the sound
Can you see the light, through the dark


Merry, merry, merry, merry Christmas,
Merry, merry, merry, merry Christmas,

all of them send, all without end
their joyful tone, to every home

Ding dong dong ding, ding dong dong ding
Ding dong dong ding ding dong dong ding

Oh how they proud, rasing the sound
o'er hill and dale, telling their tale
hear how they ring while people sing,
songs of good cheer, Christmas is here
From every village town, can you hear the sound
can you see the light through the dark

Merry, merry, merry, merry Christmas
Merry, merry, merry, merry Christmas

hear how they ring while people sing,
songs of good cheer, Christmas is here

Ding dong dong ding, ding dong dong ding
Ding dong dong ding ding dong dong ding

Christmas is here...

Και στο ίδιο πνεύμα, αν και φαινομενικά δείχνει αλλιώς, εξαιτίας μιας παράστασης που είδα πρόσφατα, έχω μαγευτεί με έναν άνθρωπο που δε ζει πια. Τον Γιάννη Κωνσταντινίδη. Διαβάζοντας για τη ζωή του και τα μύρια κύματα που πέρασε, τη διακριτικότητά του και ανακαλύπτοντας τη δημιουργικότητα του. Και κυρίως διαβάζοντας στο πρόγραμμα της παράστασης, από απομαγνητοφώνηση συνομιλιών του με τον Λάμπρο Λιάβα το 1984 αυτό:
" Έφυγα (από τη Δρέσδη το 1923) αφήνοντας του και δυο τρία μαθήματα απλήρωτα και το έχω βάρος στη συνείδησή μου. Είχα πάθει μεγάλο σοκ από την Καταστροφή τότε, και δεν ήμουν εντάξει στις κοινωνικές μου υποχρεώσεις, κι έκανα πράγματα που ήταν αντίθετα με το χαρακτήρα μου."
60 χρόνια μετά!

ΟΚ; Όσο υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι και συνειδήσεις τα Χριστούγεννα θα συνεχίζουν να έρχονται.

Χρόνια πολλά! Καλή χρονιά!

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 16, 2010

Εξομολόγηση μιας πρώην αριστερής

Με αφορμή ένα σχόλιο στο άλλο μου μπλόγκ...

Μεγάλωσα λίγο περίεργα. Ο μπαμπάς μου ήταν άκρα δεξιός (όπως και όλη του η οικογένεια), η μητέρα μου άκρα αριστερή (μαζί και όλη της η οικογένεια). Στις οικογενειακές συνάξεις κάποια στιγμή, απαραιτήτως, η συζήτηση θα στρεφόταν στα πολιτικά, και απαραιτήτως τα αίματα θα άναβαν. Εμένα από παιδί μου άρεσε να ακούω τις συζητήσεις των μεγάλων, μου άρεσε να κάθομαι και να ακούω, οπότε άκουγα και τις δύο πλευρές. Κάποια στιγμή, ήμουνα σε θέση να επιλέξω. Και πήγα αριστερά.
Στο πανεπιστήμιο πήγα λίγο πιο αριστερά, εντάχθηκα στις τάξεις των αναρχοαυτόνομων. Έφαγα ξύλο στις διαδηλώσεις, έφαγα δακρυγόνα, έφαγα μολότοφ στο κεφάλι όταν περιφρουρούσα το χώρο του Πολυτεχνείου σε κατάληψη. Τότε πίστευα ότι θα αλλάξω το κόσμο, και είχα σαφείς ιδέες για το πως πρέπει να είναι ο κόσμος, τι εστί ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τι θα έπρεπε κάθε άνθρωπος να έχει δικαιωματικά. Ακόμη τα πιστεύω αυτά. Παρεμπιπτόντως. Και ανεξαιρέτως. Και ήθελα ένα κόσμο δίκαιο. Πάνω από όλα, αυτό που ήθελα να ικανοποιείται ήταν η αίσθηση του δικαίου.
Είχα και ένα ελάττωμα όμως. Δε πίστευα ότι κανείς μου χρωστάει τίποτα, πίστευα ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο ανάλογα με τις δυνάμεις του, κάποιος το αποκάλεσε δουλειά θαρρώ. Αυτό ήταν και είναι το ελάττωμα μου. Ήθελα αυτά που έχω να τα αξίζω, να τα έχω κερδίσει. Όταν δουλεύω να πληρώνομαι, όταν διαβάζω να περνάω μαθήματα, όταν προσφέρω φιλία να δέχομαι φιλία και ούτε καθ' εξής.
Η αριστερή μάνα μου δούλευε ατελείωτες ώρες. Ο δεξιός πατέρας μου δούλευε επίσης ατελείωτες ώρες. Η οικογένεια μου πέρασε (και τα θυμάμαι) φτώχεια, άνεση, φτώχεια, άνεση.
Μετά μπήκα στη παραγωγική διαδικασία για τα καλά. Αρχικά εδώ στην Ελλάδα, δούλευα και αμειβόμουν. Δίκαιο. Ίσως αμειβόμουν λίγο παραπάνω από ότι άξιζα. Μετά στην Αγγλία.
Άλλη νοοτροπία εκεί. Εκεί βρήκα τον εαυτό μου. Κι εκεί πέρασα φτώχεια, άνεση, και ξανά φτώχεια. Δούλεψα και αμείφθηκα πολύ καλά. Έχτισα. Κάπου πήγαινα. Και η κακιά(;) τράπεζα για την οποία δούλευα με φρόντισε όπως δε με φρόντισε η μάνα μου. Μου έδωσε επιλογές, με βοήθησε να αναπτυχθώ (ναι, και να είμαι πιο παραγωγική, σαν δε ντρέπονται, να κερδίσουν από εμένα ήθελαν) κι όταν βρέθηκα σε δυσκολίες, πίστεψε σε μένα και ότι δεν ήμουν τεμπέλα και με βοήθησε να τις ξεπεράσω. Μετά η ζωή με έφερε πίσω στην Ελλάδα. Δούλεψα ξανά και αμείφθηκα για αυτό. Ίσως πάλι αμειβόμουνα παραπάνω από ότι άξιζα. Και μετά έκανα μια λάθος επιλογή, μερικές κακές κινήσεις, βρέθηκα σε μια τετελεσμένη κατάσταση, έχασα τη δουλειά μου, κι έκτοτε παλεύω με την ανεργία. Φταίω και δέχομαι τις συνέπειες.
Όσο ήμουνα μέσα στην παραγωγική διαδικασία, και εδώ και στην Αγγλία, συνάντησα και δούλεψα με ανθρώπους, που ήτανε της ίδιας αντίληψης με εμένα, που ήθελαν να δουλεύουν και να αμείβονται για αυτό. Συνάντησα κι εδώ κι εκεί, όμως, και ανθρώπους, που πίστευαν ότι κάποιος τους χρωστάει, και είναι αποδεκτό, να μη δουλεύουν αλλά να τους κουβαλάνε οι άλλοι. Η διαφορά ήταν ότι εκεί, αυτούς τους ανθρώπους κανείς δε δεχότανε να τους κουβαλήσει. Εδώ, όχι μόνο τους κουβαλάνε, αλλά τους φοβούνται, τους δίνουν και παραπάνω, τους βάζουν να διοικούν τα σωματεία και τους αφήνουν να καθορίζουν τη μοίρα όλων μας. Εξαιτίας αυτών των ανθρώπων έχασα τη δουλειά μου, δε φταίνε αυτοί, φταίω εγώ που δεν ήξερα να τους χειριστώ. Εξαιτίας αυτών των ανθρώπων είμαστε εδώ που είμαστε, και δε φταίνε αυτοί, φταίμε εμείς που τους το επιτρέπουμε. Βρίσκουνε και τα κάνουνε. Και το δυστύχημα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι φοράνε το μανδύα της αριστεράς, και μολύνουν ότι είχα ιερό. Στο όνομα μια αριστεράς που δεν αναγνωρίζω, στο όνομα μιας προστασίας της εργασίας χωρίς να διακρίνουν ότι πρέπει να είναι εργασία πρώτα και μετά να προστατευτεί. Στο όνομα μιας κακιάς εννοούμενης συναδελφικότητας, που προστατεύει αυτούς που δε γουστάρουν να εργαστούν, ή δεν είναι ικανοί να εργαστούν, δεν έχει σημασία, το αποτέλεσμα είναι ότι ο μέσος όρος της παραγωγικότητας πέφτει και τα νούμερα δε βγαίνουν. Και μένουμε οι υπόλοιποι μαλάκες, και εγλωβισμένοι σε μια κατάσταση που μας χτυπάει αλύπητα όλους μας. Οπότε, όχι, δεν στηρίζω πια καμιά αριστερά, στη μόνη διαδήλωση που θα πάω θα είναι μια αντιδιαδήλωση, θέλω να απολυθούν όσοι πρέπει να απολυθούν για να είναι βιώσιμες οι επιχειρήσεις, δημόσιες ή ιδιωτικές, να περάσουμε μέσα από τη σκοτοδίνη, μπας και μπορέσουμε ξανά να αρχίσουμε από την αρχή. Να βρούμε άλλους τρόπους, διαφορετικούς τρόπους. Πιστεύω στις δυνάμεις και την ικανότητα της αγοράς να αυτορρυθμίζεται, είναι η μόνη ελπίδα που μου έχει απομείνει, μπας και κάποια στιγμή μου επιτραπεί να ξαναδουλέψω και να αμείβομαι για αυτό. Γιατί προσωπικά, όσο δε δουλεύω, και δεν παράγω, δε θεωρώ ότι κανείς, και ειδικά το κράτος, μου χρωστάει τίποτα και είναι απόλυτα δίκαιο, αφού αυτή τη στιγμή δε δουλεύω, να μην έχω. Σκληρό αλλά δίκαιο. Και φυσικά καθόλου αριστερής αντιλήψεως, οπότε πρέπει να παραδεχτώ ότι δεν είμαι πλέον αριστερή. Ίσως και να μην ήμουνα ποτέ.

Κυριακή, Νοεμβρίου 21, 2010

ακροάματα

Σήμερα σε μια συγκλονιστική εκπομπή του Άρη Χατζηστεφάνου, πέρα από τη σοκαριστική δήλωση της Μέρκελ ότι δε μπορούν πια να ελπίζουν ότι οι μετανάστες κάποια στιγμή θα γυρίσουν στις πατρίδες του, και την εκ νέου συνειδητοποίηση ότι βαδίζουμε προδιαγεγραμμένη πορεία προς ρατσιστικές εξάρσεις, άκουσα κι ένα καταπληκτικό τραγούδι με στίχους αληθινή πραγμάτεια. Δε συγκράτησα παρά μόνο αυτούς:

"Πατρίδα είναι το μέρος που αφήνω τη καρδιά μου, όταν βάζω μπρός ταξίδι για να βρω τα όνειρα μου. "

Δε ξέρω ποιανών είναι ακόμη, ψάχνοντας όμως να το βρω έπεσα πάνω σε υπέροχες δουλειές, όπως τον ήρωα, τον άσαρκο, τον ραψωδό φιλόλογο, τους νέα τάξη πραγμάτων, τους λόγος απειλή. Και θυμήθηκα μια παλαιότερη αποκάλυψη από τους Dust Rhymes, για να μην αναφερθώ στον δικό μας Sigma Taf και το νέο κοσκινάκι, που ακούγεται συνέχεια και στο ραδιόφωνο και το βάζω για να μου φτιάχνει το κέφι, της τριαντάρας ZAZ, που δε φαίνεται ούτε καν 20, και που η φωνή της κουβαλάει όλη τη μαγεία, τη δροσιά και την ελπίδα του κόσμου.

Με τόσο ταλέντο γύρω μου, και τόση δημιουργία, όσο κι αν ο κ. Χατζηστεφάνου έχει δίκιο στο ρεπορτάζ του, όσο κι αν είναι αναπόφευκτο να περάσουμε αυτό το στάδιο στην ιστορία μας, το σοκ της κρίσης πριν την αναδόμηση, ξέρω πως ο κόσμος μας περιέχει όλα αυτά που θα χρειαστούμε.

χαμόγελο, και οι στίχοι του je veux εξαιρετικά αφιερωμένοι σε μένα μόνο

Donnez moi une suite au Ritz, je n'en veux pas !
Des bijoux de chez CHANEL, je n'en veux pas !
Donnez moi une limousine, j'en ferais quoi ? papalapapapala
Offrez moi du personnel, j'en ferais quoi ?
Un manoir a Neufchatel, ce n'est pas pour moi.
Offrez moi la Tour Eiffel, j'en ferais quoi ? papalapapapala

Refrain:
Je Veux d'l'amour, d'la joie, de la bonne humeur, ce n'est pas votre argent qui f'ra mon bonheur, moi j'veux crever la main sur le coeur papalapapapala allons ensemble, découvrir ma liberté, oubliez donc tous vos clichés, bienvenue dans ma réalité.

J'en ai marre de vos bonnes manières, c'est trop pour moi !
Moi je mange avec les mains et j'suis comme ça !
J'parle fort et je suis franche, excusez moi !
Finie l'hypocrisie moi j'me casse de là !
J'en ai marre des langues de bois !
Regardez moi, toute manière j'vous en veux pas et j'suis comme çaaaaaaa (j'suis comme çaaa) papalapapapala



αυτό ήταν αισιόδοξο;



YUPIIII!!!!!! Τους βρήκα! Dabogah System και Φυρόι -
πατρίδα είναι η γη αναζητώντας την ελπίδα

Σάββατο, Νοεμβρίου 20, 2010

απολογία;

Εδώ και πολύ πολύ καιρό είμαι στις μαύρες μου, ή όχι, ακόμη χειρότερα, στα γκρί μου. Όλο γκρινιάζω και είμαι τόοοοσο κουραστική, στον εαυτό μου φυσικά κατ' αρχήν, σίγουρα και σε όποιον έχει την ατυχία να με συναντήσει. Ένα γκρι πέπλο που ωσάν μαγνήτης τραβάει κι άλλο γκρι και τα πνίγει όλα μέσα στο γκρί. Κουραστικό και βαρετό. Δεν είμαι όμως εγώ αυτό. Δεν είμαι. Εγώ είμαι ροζ. Ροζουλί χαρούμενο και ανάλαφρο. Ξέρω πάντα πως ότι κατεβαίνει θα ανέβει, γνωρίζω ότι μπορώ να τα αντιμετωπίσω όλα, πιστεύω στις μέρες που θα έρθουν και στο σήμερα, πάνω από όλα στο σήμερα. Οι αντικειμενικές δυσκολίες που άλλους ίσως θα τους καταρράκωναν, ξέρω ότι είναι για τώρα, δε με τρομάζουν, δε με πτοούν, δεν είναι αυτές που τα έχουν όλα γκριζάρει. Δεν ανησυχώ για το μέλλον, δε φοβάμαι. Νοιώθω δυνατή και ικανή. Και γνωρίζω πολύ πολύ καλά που είναι η χαρά της ζωής, και το νόημα της, και αυτά τα σημαντικά, τα έχω. Κι όμως αυτή τη γκριζάδα δεν μπορώ να τη βγάλω από πάνω μου, και αυτά τα σημαντικά αδυνατώ να τα χαρώ. Και δε καταλαβαίνω που πήγε το ροζ μου και γιατί δε μπορώ να το ανασύρω, ή γιατί αρνούμαι να το ανασύρω. Κάθομαι και παρατηρώ τον Ιάσονα, που ακόμη δεν έχει ξεμάθει να ζει, και προσπαθώ να μάθω από εκείνον, να θυμηθώ αυτό που πριν δύο χρόνια ήταν η δεύτερη φύση μου. Αυτή τη φοβερή χαρά όταν βλέπει κάτι για πρώτη φορά, όταν φτιάχνει ένα κέικ, όταν τελειώνει τα μαθήματα του, όταν ξυπνάει το πρωί και κρύβεται κάτω από τα παπλώματα. Σήμερα μπήκε στο σκουληκάκι στο Allou μόνος του, και αυτό είναι γιορτή και θαύμα. Κι εγώ θέλω να ξαναβρώ το ροζ κορίτσι, που του αρέσουν τόσα πράγματα, που περνούσε καλά πάντα, που είχε τόσα να κάνει, να νοιώσει και να πει. Και είναι γελοίο γιατί αυτό το κορίτσι είμαι εγώ και είμαι εδώ. Κι όμως δεν το βρίσκω. Νοιώθω ότι περνάμε μια συλλογική γκριζάδα κι εγώ, αντί να βάλω χρώμα, έχει τόσο χρώμα γύρω μου, συμβάλλω σε αυτό που απεχθάνομαι. Σαν να περιμένω κάποιος άλλος να χρωματίσει το κόσμο μου, ενώ ξέρω ότι μόνο από εμένα μπορεί να γίνει αυτό. Δε με καταλαβαίνω. Με κοιτάζω με απορία, αληθινά. Δε μου ταιριάζει όλο αυτό. Θέλω να γράψω, και να γράψω κάτι χαρούμενο και ανάλαφρο.



Παρασκευή, Νοεμβρίου 12, 2010

Σήμερα μιλάει ο Στάθης για μένα

Μη το πεις πουθενά όλα θέλω να τα αφήσω σπίτι φίλους δουλειά δίχως να κοιτάξω πίσω

Τα τραγούδια λένε πάντα την αλήθεια, κάποιο τραγούδι, κάποια στιγμή λέει τη δική μου, τη δική σου, τη δική του, τη δική μας αλήθεια, και κάθε τραγούδι λέει πάντα, μα πάντα, κάποια αλήθεια.

κι εγώ, I ache for it, κάποια στιγμή, σε κάποιο τόπο, με κάποιο τρόπο, αυτό το τραγούδι να λέει την αλήθεια μου,
κάποτε κάποτε ΚΑΠΟΤΕ, όχι πια, τώρα πετάς, και τα παραμύθια να νικούν και τη συνήθεια και τη λησμονιά.

Όμως, το τώρα είναι τώρα, και εγώ, despite me, ή μάλλον inspite me, θα γελάσω κατάμουτρα στην αλήθεια μου και θα πάω παραδίπλα, στο άλλο μου μπλογκάκι να μοιραστώ κάτι, έστω με το κενό (μου).

Κυριακή, Οκτωβρίου 31, 2010

Είναι κι αυτό μια άποψη

Μαραθώνιος σήμερα, και είπε κάποιος (γνωστός μάλλον και σπουδαίος - δεν συγκράτησα το όνομα) για το στόχο του σήμερα.

"Θα το πάω σιγά σιγά, σκοπός είναι να ολοκληρώσω τη διαδρομή"

Παρασκευή, Οκτωβρίου 29, 2010

struggle for pleasure

Ο καιρός, οι μέρες, εγώ, το μυαλό που γυρίζει και τριγυρίζει, σε σκέψεις μελαγχολικές, σε αν, γιατί, και πως, αλήθεια πως, και ξανά μανά γιατί, και αν... Και φυσικά στο τελοςπάντων της διαγραφής, γιατί τελικά η διαγραφή μόνο σώζει το μυαλό από αυτά που δεν αντέχει, που δεν ανέχεται, που δεν γενικώς. Και ειδικώς. Τελοςπάντων ειδικώς και τελικώς. Αλλά το μυαλό εκεί γυρίζει και ξανάγυρίζει, κι όσο κι αν προσπαθώ να το μουδιάσω, αυτό, το εξαιρετικό και εξαιρετικά δικό μου, τριγυρίζει και αυτό στο μυαλό. Με όλες τις λέξεις να απαιτούν να είναι εκεί, και ούτε μία να μη μπορώ να αλλάξω, και με τη μουσική του άλλου κόσμου, του μαγικού, του αλλότερου σου. Τριγυρίζει, και τριβελίζει, και μελαγχολεί. Και ξαναμελαγχολεί. Και ξαφνικά από αυτόν τον ίδιο το αλλότερο κόσμο μου έρχεται κι αυτό, παλιός γνώριμος και φίλος, μου θυμίζει ότι υπάρχουν και θαύματα και μαγεία, και αν υπάρχουν θαύματα και μαγεία, ε τότε, υπάρχει και ελπίδα. Φίλος λοιπόν, αλλά πάντα μακρινός, είπαμε από άλλον κόσμο, και τελικά πως, ποιός, και γιατί επέλεξε κι επέλεξα το δικό μου κόσμο δε ξέρω και πως, και γιατί τελικά δε θέλω να τον αφήσω, αλλά δε ξέρω και να τον χειριστώ παρά μόνο να μελαγχολώ, ξανά και ξανά και ξανά. Οκτωβρης είναι θα περάσει. Το ίδιο κάποιος είπε για τη ζωή. Κρατάει όμως χρόνια αυτή η κολώνια, και δε μυρίζει πάντα ωραία, μπορεί και να ταγγίσει, μπορεί να χεις και συνάχι, μπορεί και τι. Εσύ δε ξέρω τι, και δε με νοιάζει, αλλά να που σκέφτομαι και μελαγχολώ και δεν μπορεί εν τέλει παρά να με νοιάζει και να ρωτώ το συμπάν, όλα αυτά τα αν και τα γιατί και τα πως, κυρίως τα αν πως. Να κοιτάξω μέσα βαθιά και πέρα μακριά και να κάνω επιτέλους τις σωστές ερωτήσεις, και να αναγνωρίσω αυτά που αφησα χωρίς να θέλω, κι αυτά που άφησα και ήθελα ενώ δεν έπρεπε, και αυτά που έπρεπε να αφήσω και δεν άφησα, κυρίως τα τελευταία να αναγνωρίσω. και να μελαγχολήσω, γιατί σε αυτόν τον αλλότερο κόσμο, δε χρειαζόταν τίποτα να αναγνωρίσω, να ρωτήσω, να αφήσω ή να κρατήσω. Κι όμως δεν είναι πάλη είναι άφεμα και ναι, ναι και πάλι ναι, και φυσικά διαγραφή. Πάνω από όλα διαγραφή.

Δευτέρα, Ιουνίου 21, 2010

Τα λόγια τα κλεμμένα

Τρέχω στην Αττική οδό, όχι με ζακετάκι πάνω από το νυχτικό, αλλά με ραντάκι, κι έχω ξεπαγιάσει, αλλά το παράθυρο οφείλει να είναι ανοιχτό, κι έγω οφείλω να έχω τον αέρα συντροφιά γιατί έχω για συντροφιά τον Ραράκο και μου βαλε να ακούσω αυτό. Και η ζωή είναι απλή και ωραία. Αυτήν τη στιγμή. Αυτή η στιγμή μπαίνει στο ζύγι που θέλω. Κι εγώ αυτή τη στιγμή μπορώ και είμαι το κορίτσι που ποτέ δεν ήμουνα, και όμως αυτό είμαι κι ας μην είμαι, αν με εννοείς. Και τη γυναίκα που μαζεύει ιστορίες δικές της και ιστορίες ξένες, ιστορίες πικρές και δύσκολες, αυτή τη γυναίκα, αυτή τη στιγμή δεν τη ξέρω. Γιατί είδα φίλη και είπιαμε καφέ, και χάρηκα θερινό σινεμά και τώρα τρέχω στην Αττική Οδό. Με τα γκάζια μου, τον αέρα μου, και όλα.

Ειδησεις. Η έξοδος μου. Χαμηλώνω ταχύτητα, ο αέρας δε με φυσάει, δε κρυώνω πιά. Και η ζωή ξαναφαντάζει πικρή και δύσκολη. Μια ιδέα είναι. Αρκεί να πατήσω ένα τόσο δα κουμπάκι και να κλείσω το ραδιόφωνο. Τσαφ. Χαμόγελο. Ανάσα.

Κλειδιά στο χέρι, σπίτι, οι επιλογές μου. Πόσο βαθιά ανάσα να πάρω; Να θυμηθώ να κόψω το τσιγάρο να μακρύνω τις ανάσες μου. Αλλά τι τα θες, είχα τη στιγμή μου; Την πρόσθεσα στο ζύγι; Όλα καλά.

Σάββατο, Ιουνίου 19, 2010

Το ευλογημένο καράβι

Ποῦ πᾶς καραβάκι, μὲ τέτοιον καιρό,
σὲ μάχεται ἡ θάλασσα, δὲν τὴ φοβᾶσαι;
Ἀνέμοι σφυρίζουν καὶ πέφτει νερό,
ποῦ πᾶς καραβάκι, μὲ τέτοιον καιρό;»
«Γιὰ χώρα πηγαίνω πολὺ μακρινή,
θὰ φέξουνε φάροι πολλοὶ νὰ περάσω,
βοριάδες, νοτιάδες θὰ βρῶ,
μὰ θὰ φτάσω μὲ πρίμο ἀγεράκι, μ᾿ ἀκέριο πανί».
«Κι οἱ κάβοι ἂν σοῦ στήσουν τὴ νύχτα καρτέρι,
ἐπάνω σου ἂν σπάσει τὸ κῦμα, θεριό,
καὶ πάρει τοὺς ναῦτες καὶ τὸν τιμονιέρη;
Ποῦ πᾶς καραβάκι, μὲ τέτοιον καιρό;»
«Ψηλὰ στὸ ἐκκλησάκι τοῦ βράχου,
ποὺ ἀσπρίζει, γιὰ μένα ἔχουν κάμει κρυφὴ λειτουργία
ὀρθὸς ὁ Χριστὸς τὸ τιμόνι μου ἀγγίζει,
στὴν πλώρη μου στέκει ἡ Παρθένα Μαρία».


Ίσως να πρόκειται και περί αποκάλυψης. Γυρίζοντας από βόλτα σήμερα, κι ενώ όλη μέρα στρυφογύριζε στο μυαλό μου η σκέψη "Φαντασιώνομαι μια ζωή διαφορετική και απορώ γιατί δεν την έχω", ξαφνικά, από το πουθενά, μου καρφώθηκε ο στίχος "Που πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;" και μου κόλλησε. Δε ξέρω πόσα χρόνια είχα να το ακούσω το συγκεκριμένο τραγούδι, και δε θυμόμουνα κανένα άλλο στίχο του. Ευλογημένο ιντερνετ, άμεσα βρήκα το ευλογημένο καράβι, ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου λέει, πρώτη μελοποίηση και εκτέλεση από την Αφροδίτη Μάνου.

Εκπληκτικό, το υποσυνείδητο ανέσυρε ακριβώς τα λόγια που χρειαζόμουνα να ακούσω, και η πίστη του ποιητή επιτρέπει στη δίκη μου πίστη να ξεμυτίσει. Κι ας είναι η δίκη μου πίστη άλλη.
Πραγματικά εκπληκτικό. Ευλογημένο δε ξέρω. Ίσως.