Παρασκευή, Δεκεμβρίου 31, 2010

Στο πνεύμα των ημερών

Χθες στο ραδιόφωνο άκουσα ένα μαγικό τραγούδι, αυτό.
Ψάχνοντας μέσα από τους στίχους του να το βρω στο you tube, ανακάλυψα ότι πρόκειται για ένα πασίγνωστο χριστουγεννιάτικο τραγούδι, το Carol of the Bells, το οποίο έχει διασκευαστεί άπειρες φορές και χρησιμοποιείται πολύ στις διάφορες επιδείξεις με συγχρονισμένα με φωτάκια. Έχει διασκευαστεί για τη ταινία "Μόνος στο σπίτι" από τον John Williams καθώς και από τους August Burn Red. Ειδικά αυτή η τελευταία διασκευή με αρέσει πολύ. Και φυσικά είναι κλασσικό τραγούδι για χορωδίες, ακόμη και ελληνικές!
Αυτό που με ενθουσίασε ιδιαίτερα είναι η προϊστορία του. Πρόκειται για ένα παραδοσιακό ουκρανικό ρυθμό ο οποιός έγινε χριστουγεννιατικο τραγούδι από τον Ουκρανο συνθέτη Mykola Leontovych το 1916 με το τίτλοShchedryk (ο γενναιόδωρος). Το 1930 ο Peter Wilhousky το προσάρμοσε σε αυτό που τώρα είναι πιο γνωστό.
Προσωπικά, η πρώτη εκδοχή που άκουσα, αυτή στο ραδιόφωνο, από τους The Calling, με μάγεψε, οι δε στίχοι μου φέρνουν ένα χαμόγελο και μια γλύκα. Σημειωτέον, τους στίχους τους έχουν αλλάξει ελαφρώς, και τους προτιμώ έτσι όπως τους έχουν κάνει. Ακόμη πιο αισιόδοξους, ακόμη πιο γλυκούς.

Hark how the bells, sweet silver bells
all seem to say, throw cares away
Christmas is here, bringing good cheer
To young and old, meek and the bold

From every village town, can you hear the sound
Can you see the light, through the dark


Merry, merry, merry, merry Christmas,
Merry, merry, merry, merry Christmas,

all of them send, all without end
their joyful tone, to every home

Ding dong dong ding, ding dong dong ding
Ding dong dong ding ding dong dong ding

Oh how they proud, rasing the sound
o'er hill and dale, telling their tale
hear how they ring while people sing,
songs of good cheer, Christmas is here
From every village town, can you hear the sound
can you see the light through the dark

Merry, merry, merry, merry Christmas
Merry, merry, merry, merry Christmas

hear how they ring while people sing,
songs of good cheer, Christmas is here

Ding dong dong ding, ding dong dong ding
Ding dong dong ding ding dong dong ding

Christmas is here...

Και στο ίδιο πνεύμα, αν και φαινομενικά δείχνει αλλιώς, εξαιτίας μιας παράστασης που είδα πρόσφατα, έχω μαγευτεί με έναν άνθρωπο που δε ζει πια. Τον Γιάννη Κωνσταντινίδη. Διαβάζοντας για τη ζωή του και τα μύρια κύματα που πέρασε, τη διακριτικότητά του και ανακαλύπτοντας τη δημιουργικότητα του. Και κυρίως διαβάζοντας στο πρόγραμμα της παράστασης, από απομαγνητοφώνηση συνομιλιών του με τον Λάμπρο Λιάβα το 1984 αυτό:
" Έφυγα (από τη Δρέσδη το 1923) αφήνοντας του και δυο τρία μαθήματα απλήρωτα και το έχω βάρος στη συνείδησή μου. Είχα πάθει μεγάλο σοκ από την Καταστροφή τότε, και δεν ήμουν εντάξει στις κοινωνικές μου υποχρεώσεις, κι έκανα πράγματα που ήταν αντίθετα με το χαρακτήρα μου."
60 χρόνια μετά!

ΟΚ; Όσο υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι και συνειδήσεις τα Χριστούγεννα θα συνεχίζουν να έρχονται.

Χρόνια πολλά! Καλή χρονιά!

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 16, 2010

Εξομολόγηση μιας πρώην αριστερής

Με αφορμή ένα σχόλιο στο άλλο μου μπλόγκ...

Μεγάλωσα λίγο περίεργα. Ο μπαμπάς μου ήταν άκρα δεξιός (όπως και όλη του η οικογένεια), η μητέρα μου άκρα αριστερή (μαζί και όλη της η οικογένεια). Στις οικογενειακές συνάξεις κάποια στιγμή, απαραιτήτως, η συζήτηση θα στρεφόταν στα πολιτικά, και απαραιτήτως τα αίματα θα άναβαν. Εμένα από παιδί μου άρεσε να ακούω τις συζητήσεις των μεγάλων, μου άρεσε να κάθομαι και να ακούω, οπότε άκουγα και τις δύο πλευρές. Κάποια στιγμή, ήμουνα σε θέση να επιλέξω. Και πήγα αριστερά.
Στο πανεπιστήμιο πήγα λίγο πιο αριστερά, εντάχθηκα στις τάξεις των αναρχοαυτόνομων. Έφαγα ξύλο στις διαδηλώσεις, έφαγα δακρυγόνα, έφαγα μολότοφ στο κεφάλι όταν περιφρουρούσα το χώρο του Πολυτεχνείου σε κατάληψη. Τότε πίστευα ότι θα αλλάξω το κόσμο, και είχα σαφείς ιδέες για το πως πρέπει να είναι ο κόσμος, τι εστί ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τι θα έπρεπε κάθε άνθρωπος να έχει δικαιωματικά. Ακόμη τα πιστεύω αυτά. Παρεμπιπτόντως. Και ανεξαιρέτως. Και ήθελα ένα κόσμο δίκαιο. Πάνω από όλα, αυτό που ήθελα να ικανοποιείται ήταν η αίσθηση του δικαίου.
Είχα και ένα ελάττωμα όμως. Δε πίστευα ότι κανείς μου χρωστάει τίποτα, πίστευα ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο ανάλογα με τις δυνάμεις του, κάποιος το αποκάλεσε δουλειά θαρρώ. Αυτό ήταν και είναι το ελάττωμα μου. Ήθελα αυτά που έχω να τα αξίζω, να τα έχω κερδίσει. Όταν δουλεύω να πληρώνομαι, όταν διαβάζω να περνάω μαθήματα, όταν προσφέρω φιλία να δέχομαι φιλία και ούτε καθ' εξής.
Η αριστερή μάνα μου δούλευε ατελείωτες ώρες. Ο δεξιός πατέρας μου δούλευε επίσης ατελείωτες ώρες. Η οικογένεια μου πέρασε (και τα θυμάμαι) φτώχεια, άνεση, φτώχεια, άνεση.
Μετά μπήκα στη παραγωγική διαδικασία για τα καλά. Αρχικά εδώ στην Ελλάδα, δούλευα και αμειβόμουν. Δίκαιο. Ίσως αμειβόμουν λίγο παραπάνω από ότι άξιζα. Μετά στην Αγγλία.
Άλλη νοοτροπία εκεί. Εκεί βρήκα τον εαυτό μου. Κι εκεί πέρασα φτώχεια, άνεση, και ξανά φτώχεια. Δούλεψα και αμείφθηκα πολύ καλά. Έχτισα. Κάπου πήγαινα. Και η κακιά(;) τράπεζα για την οποία δούλευα με φρόντισε όπως δε με φρόντισε η μάνα μου. Μου έδωσε επιλογές, με βοήθησε να αναπτυχθώ (ναι, και να είμαι πιο παραγωγική, σαν δε ντρέπονται, να κερδίσουν από εμένα ήθελαν) κι όταν βρέθηκα σε δυσκολίες, πίστεψε σε μένα και ότι δεν ήμουν τεμπέλα και με βοήθησε να τις ξεπεράσω. Μετά η ζωή με έφερε πίσω στην Ελλάδα. Δούλεψα ξανά και αμείφθηκα για αυτό. Ίσως πάλι αμειβόμουνα παραπάνω από ότι άξιζα. Και μετά έκανα μια λάθος επιλογή, μερικές κακές κινήσεις, βρέθηκα σε μια τετελεσμένη κατάσταση, έχασα τη δουλειά μου, κι έκτοτε παλεύω με την ανεργία. Φταίω και δέχομαι τις συνέπειες.
Όσο ήμουνα μέσα στην παραγωγική διαδικασία, και εδώ και στην Αγγλία, συνάντησα και δούλεψα με ανθρώπους, που ήτανε της ίδιας αντίληψης με εμένα, που ήθελαν να δουλεύουν και να αμείβονται για αυτό. Συνάντησα κι εδώ κι εκεί, όμως, και ανθρώπους, που πίστευαν ότι κάποιος τους χρωστάει, και είναι αποδεκτό, να μη δουλεύουν αλλά να τους κουβαλάνε οι άλλοι. Η διαφορά ήταν ότι εκεί, αυτούς τους ανθρώπους κανείς δε δεχότανε να τους κουβαλήσει. Εδώ, όχι μόνο τους κουβαλάνε, αλλά τους φοβούνται, τους δίνουν και παραπάνω, τους βάζουν να διοικούν τα σωματεία και τους αφήνουν να καθορίζουν τη μοίρα όλων μας. Εξαιτίας αυτών των ανθρώπων έχασα τη δουλειά μου, δε φταίνε αυτοί, φταίω εγώ που δεν ήξερα να τους χειριστώ. Εξαιτίας αυτών των ανθρώπων είμαστε εδώ που είμαστε, και δε φταίνε αυτοί, φταίμε εμείς που τους το επιτρέπουμε. Βρίσκουνε και τα κάνουνε. Και το δυστύχημα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι φοράνε το μανδύα της αριστεράς, και μολύνουν ότι είχα ιερό. Στο όνομα μια αριστεράς που δεν αναγνωρίζω, στο όνομα μιας προστασίας της εργασίας χωρίς να διακρίνουν ότι πρέπει να είναι εργασία πρώτα και μετά να προστατευτεί. Στο όνομα μιας κακιάς εννοούμενης συναδελφικότητας, που προστατεύει αυτούς που δε γουστάρουν να εργαστούν, ή δεν είναι ικανοί να εργαστούν, δεν έχει σημασία, το αποτέλεσμα είναι ότι ο μέσος όρος της παραγωγικότητας πέφτει και τα νούμερα δε βγαίνουν. Και μένουμε οι υπόλοιποι μαλάκες, και εγλωβισμένοι σε μια κατάσταση που μας χτυπάει αλύπητα όλους μας. Οπότε, όχι, δεν στηρίζω πια καμιά αριστερά, στη μόνη διαδήλωση που θα πάω θα είναι μια αντιδιαδήλωση, θέλω να απολυθούν όσοι πρέπει να απολυθούν για να είναι βιώσιμες οι επιχειρήσεις, δημόσιες ή ιδιωτικές, να περάσουμε μέσα από τη σκοτοδίνη, μπας και μπορέσουμε ξανά να αρχίσουμε από την αρχή. Να βρούμε άλλους τρόπους, διαφορετικούς τρόπους. Πιστεύω στις δυνάμεις και την ικανότητα της αγοράς να αυτορρυθμίζεται, είναι η μόνη ελπίδα που μου έχει απομείνει, μπας και κάποια στιγμή μου επιτραπεί να ξαναδουλέψω και να αμείβομαι για αυτό. Γιατί προσωπικά, όσο δε δουλεύω, και δεν παράγω, δε θεωρώ ότι κανείς, και ειδικά το κράτος, μου χρωστάει τίποτα και είναι απόλυτα δίκαιο, αφού αυτή τη στιγμή δε δουλεύω, να μην έχω. Σκληρό αλλά δίκαιο. Και φυσικά καθόλου αριστερής αντιλήψεως, οπότε πρέπει να παραδεχτώ ότι δεν είμαι πλέον αριστερή. Ίσως και να μην ήμουνα ποτέ.