Δευτέρα, Ιουνίου 21, 2010

Τα λόγια τα κλεμμένα

Τρέχω στην Αττική οδό, όχι με ζακετάκι πάνω από το νυχτικό, αλλά με ραντάκι, κι έχω ξεπαγιάσει, αλλά το παράθυρο οφείλει να είναι ανοιχτό, κι έγω οφείλω να έχω τον αέρα συντροφιά γιατί έχω για συντροφιά τον Ραράκο και μου βαλε να ακούσω αυτό. Και η ζωή είναι απλή και ωραία. Αυτήν τη στιγμή. Αυτή η στιγμή μπαίνει στο ζύγι που θέλω. Κι εγώ αυτή τη στιγμή μπορώ και είμαι το κορίτσι που ποτέ δεν ήμουνα, και όμως αυτό είμαι κι ας μην είμαι, αν με εννοείς. Και τη γυναίκα που μαζεύει ιστορίες δικές της και ιστορίες ξένες, ιστορίες πικρές και δύσκολες, αυτή τη γυναίκα, αυτή τη στιγμή δεν τη ξέρω. Γιατί είδα φίλη και είπιαμε καφέ, και χάρηκα θερινό σινεμά και τώρα τρέχω στην Αττική Οδό. Με τα γκάζια μου, τον αέρα μου, και όλα.

Ειδησεις. Η έξοδος μου. Χαμηλώνω ταχύτητα, ο αέρας δε με φυσάει, δε κρυώνω πιά. Και η ζωή ξαναφαντάζει πικρή και δύσκολη. Μια ιδέα είναι. Αρκεί να πατήσω ένα τόσο δα κουμπάκι και να κλείσω το ραδιόφωνο. Τσαφ. Χαμόγελο. Ανάσα.

Κλειδιά στο χέρι, σπίτι, οι επιλογές μου. Πόσο βαθιά ανάσα να πάρω; Να θυμηθώ να κόψω το τσιγάρο να μακρύνω τις ανάσες μου. Αλλά τι τα θες, είχα τη στιγμή μου; Την πρόσθεσα στο ζύγι; Όλα καλά.

Σάββατο, Ιουνίου 19, 2010

Το ευλογημένο καράβι

Ποῦ πᾶς καραβάκι, μὲ τέτοιον καιρό,
σὲ μάχεται ἡ θάλασσα, δὲν τὴ φοβᾶσαι;
Ἀνέμοι σφυρίζουν καὶ πέφτει νερό,
ποῦ πᾶς καραβάκι, μὲ τέτοιον καιρό;»
«Γιὰ χώρα πηγαίνω πολὺ μακρινή,
θὰ φέξουνε φάροι πολλοὶ νὰ περάσω,
βοριάδες, νοτιάδες θὰ βρῶ,
μὰ θὰ φτάσω μὲ πρίμο ἀγεράκι, μ᾿ ἀκέριο πανί».
«Κι οἱ κάβοι ἂν σοῦ στήσουν τὴ νύχτα καρτέρι,
ἐπάνω σου ἂν σπάσει τὸ κῦμα, θεριό,
καὶ πάρει τοὺς ναῦτες καὶ τὸν τιμονιέρη;
Ποῦ πᾶς καραβάκι, μὲ τέτοιον καιρό;»
«Ψηλὰ στὸ ἐκκλησάκι τοῦ βράχου,
ποὺ ἀσπρίζει, γιὰ μένα ἔχουν κάμει κρυφὴ λειτουργία
ὀρθὸς ὁ Χριστὸς τὸ τιμόνι μου ἀγγίζει,
στὴν πλώρη μου στέκει ἡ Παρθένα Μαρία».


Ίσως να πρόκειται και περί αποκάλυψης. Γυρίζοντας από βόλτα σήμερα, κι ενώ όλη μέρα στρυφογύριζε στο μυαλό μου η σκέψη "Φαντασιώνομαι μια ζωή διαφορετική και απορώ γιατί δεν την έχω", ξαφνικά, από το πουθενά, μου καρφώθηκε ο στίχος "Που πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;" και μου κόλλησε. Δε ξέρω πόσα χρόνια είχα να το ακούσω το συγκεκριμένο τραγούδι, και δε θυμόμουνα κανένα άλλο στίχο του. Ευλογημένο ιντερνετ, άμεσα βρήκα το ευλογημένο καράβι, ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου λέει, πρώτη μελοποίηση και εκτέλεση από την Αφροδίτη Μάνου.

Εκπληκτικό, το υποσυνείδητο ανέσυρε ακριβώς τα λόγια που χρειαζόμουνα να ακούσω, και η πίστη του ποιητή επιτρέπει στη δίκη μου πίστη να ξεμυτίσει. Κι ας είναι η δίκη μου πίστη άλλη.
Πραγματικά εκπληκτικό. Ευλογημένο δε ξέρω. Ίσως.