Κυριακή, Απριλίου 13, 2008

έτσι για να πω ότι μίλησα...

Βυθισμένη μέσα στη γαλήνια ασφάλεια της επαναλαμβανόμενης ρουτίνας. Τίποτα δικό μου δε χωράει εκεί μέσα. Επιμελώς αποφεύγουμε τα δικά μας. Δουλειά, σπίτι, παιδί, τετριμένα. Και πολύ γέλιο. Πίσω πάλι στο χαζό παιδί χαρά γεμάτο. Άλλως, σαχλοκούδουνο. Ναι είμαι και αυτό. Καλά είναι. Επιφάνεια που τόσο επιζήτησα επιτέλους εδώ. Βυθισμένη στη γαλήνια ασφάλεια της ανυπαρξίας. Όχι για πολύ, οσο να ξεκουραστώ. Μόνο που ξεκουράζμαι και ξεκουρασμό δεν έχω. Άμα με άφηνες θα κοιμώμουνα θαρρώ για πάντα. Ευτυχώς δε γίνεται και έτσι τσουλάω τη ζωή. Τη ζωή που τελικά είναι αυτό που μας συμβαίνει όσο κάνουμε όνειρα και σχέδια, αυτό που μας έρχεται, το άπροοπτο ή το βαρετό, η γκαντεμιά ή το τυχερό, όσο κλαίμε τη μοίρα μας ή πετάμε από χαρά νομίζωντας ότι τα έχουμε όλα. Δεν έχω παράπονο, όσο περίμενα να ζήσω σε κάποια στιγμή μαγική που θα έλυνα τα προβλήματα μου και όλα κατά κάποιο παράξενο τρόπο θα κούμπωναν και θα μου αποκαλυπτότανε το "σχέδιο", όσο λοιπόν εγώ ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος και πρωταγωνιστής της ζωής μου αυταπατώμαι ότι απλά σχεδιάζω, άντε στο τσακίρ κέφι να κάνω και καμιά πρόβα τζενεράλε, ερήμην μου, η ζωή συμβαίνει. Και μια χαρά συμβαίνει. Ποικιλόμορφη και απελπιστικά όμοια. Όλα μαζί.
Χα! Κι εκεί που πήγα να μπω στις μαύρες μου, στο ραδιόφωνο, η μουσική από το Grease. Να το καλέ το νόημα της ζωής, η Ολίβια ντυμένη στα μαύρα τα δερμάτινα να τραβάει από τη γραβάτα το Τζωνάκι ντυμένο φυτό. Αθάνατη σκηνή, και το κέφι μου φτιάχνει. Όνειρα γλυκά μας.