Πέμπτη, Νοεμβρίου 29, 2007

ασυνδετα

Μάτια μπλέ, σκοτεινά. Σε κοιτάζουν κι από τη στιγμή εκείνη, του πρώτου βλέμματος, άλλιωτικα δε μπορείς να δεις τον εαυτό σου. Αλλιώτικα δε θες να δεις τον εαυτό σου. Αλλιώτικα δεν υπάρχει πιά. Μόνο εκείνο το βλέμμα. Κάθε καθρέπτης αυτά τα μάτια. Κάθε βλέμμα αυτή η αναζήτηση. Κάθε βλέμμα μια μικρή απογοήτευση, ένας μικρός θάνατος, ο θάνατος της προσδοκίας που θα μένει εσαεί ανεκπλήρωτη, γιατί μόνο εκείνα τα σκοτεινά, μπλε μάτια μπορούν να την εκπληρώσουν. Εκπλήρωση που δε τη θέλεις, εκπλήρωση που τη φοβάσαι, που δε την αντέχεις. Εκπλήρωση βγαλμένη μέσα από το χειρότερο εφιάλτη, εφιάλτη που τον έζησες, δεν τον είδες κοιμώμενη, εφιαλτης με σάρκα και οστά, που θα έκανες τα πάντα για να τον αποφύγεις, κι όμως θέλεις και να τον ξαναζήσεις. Να εκπληρώσεις, το όνειρο, τον εφιαλτη, να ξαναπάρεις τη μορφή που βλέπουν τα σκοτεινά μπλε μάτια. Σα να σκέφτεσαι, να δω τον εαυτό μου πάλι έτσι και τι, δεν ξέρω τι, τίποτα. Ανάθεμα.
Κάθρεπτη καθρεπτάκη μου ποιά είναι η...
Ερώτηση ατελειωτη, απαντημένη πριν καν τεθεί, κάθε φορά από τα μάτια που με καθρεπτίζουν. Κάθε φορά η απάντηση άλλη, μα καμιά απάντηση δε μου κάνει, καμιά δε ταιριάζει, σε καμιά δεν με αναγνωρίζω, μόνο σε εκείνη του μπλε σκοτεινού βλέμματος. Ανάθεμα. Κάποτε είχα καθρεπτιστεί σε ένα καστανό γλυκό μελένιο βλέμμα, και εκεί με είχα αναγνωρίσει. Τώρα, πάλι σε μελένια μάτια το βλέπω εκείνο το κορίτσι, αλλά δεν το αναγνωρίζω πιά. Επιμένω να αναζητώ το μπλε ξένο κορίτσι. Ανάθεμα.



Ξέρεις σκέφτομαι φορές, ναι, ναι, το κάνω και αυτό, το να σκέφτομαι, ότι από όσα έχω ζήσει, έχω τελικά μάθει πολύ λίγα πράγματα, και συμπέρασμα δε βγάζω. Μια η ζωή έχει όλα τα καλά, μια αισθάνομαι τυχερή, και μια δε βλέπω το νόημα σε όλο αυτό το πήγαινε έλα, και τα συναφή. Μια βλέπω το νόημα στους ανθρώπους, και την αγάπη κι άλλα τέτοια τρυφερά, και μετά όλα αυτά τα καταρίπτω. Μια, άντε να περνάμε καλά, μια, και που είπαμε κι ένα τραγούδι και γελάσαμε τι έγινε δηλαδή; Μια όλα είναι τυχαία, μια, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Παραπέω, πάντα, και όσο κι αν παρατηρώ, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αμπελοφιλοσοφώ. Και μια να ζω, μια να ψευτοζώ. Μια να καταλαβαίνω, μια να μην. Και τελικά τι μου μένει από όλο αυτό το συφερτό που έζησα 35 και χρόνια και είμαι καταδικασμένη να ζώ για άλλα τόσα; Και πότε είμαι καλά; Εκεί το ζουμί. Καλά είμαι όταν πιστεύω ότι οι άνθρωποι είναι καλοί και νοιάζονται ο ένας για τον άλλον. Όταν μπορώ να πω, "μα αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι". Και όταν αυτό δε το πιστεύω, άστα να πάνε.
Αυτά!

Πέμπτη, Νοεμβρίου 15, 2007

Χαρίζεται ενταύθα

χρηστικό αντικείμενο, ελαφρώς μεταχειρισμένο, αλλά σε άριστη κατάσταση και πλήρους λειτουργίας.



"Το πρόβλημα είναι ότι όταν υποφέρουμε από κατάθλιψη αισθανόμαστε ότι τίποτε δεν μπορεί να μας παρηγορήσει. Ακόμη και όταν γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θα μπορούσε να ανεβάσει τη διάθεσή μας, δεν μπορούμε να το κάνουμε. Η γνώση από μόνη της δεν μπορεί να μας ελευθερώσει. Ξέρουμε αλλά δεν μπορούμε. Οι συμβουλές που μας δίνουν τα αγαπημένα μας άτομα είναι περιττές και μάταιες. Ακόμη και όταν συμφωνούμε μαζί τους ότι όλα όσα μας προτείνουν θα μπορούσαν πράγματι να μας φτιάξουν τη διάθεση νιώθουμε ότι μας είναι αδύνατον να κάνουμε κάτι που θα μπορούσε να μας βοηθήσει. Αυτό που νιώθουμε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι η αδυναμία μας να επιθυμήσουμε κάτι, να εμπνευσθούμε από κάτι, να ενδιαφερθούμε για κάτι. Σαν να έχει αρρωστήσει μέσα μας ο ψυχικός μηχανισμός που μας βοηθά να δημιουργούμε δεσμούς νοήματος με την πραγματικότητα. Έχει διαταραχθεί η ικανότητά μας να επιθυμούμε και να προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει αλλά δεν νιώθουμε να μας ενδιαφέρει. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θα έπρεπε να μας αρέσει αλλά δεν μας αρέσει. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε αλλά δεν μπορούμε να το κάνουμε. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό που οι άλλοι θέλουν από εμάς αλλά δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε. Και δεν μπορούμε ούτε να ελπίσουμε ότι σε λίγο καιρό θα νιώθουμε καλύτερα. Έχουμε χάσει την ελπίδα ή καλύτερα η ελπίδα έπαψε να λειτουργεί μέσα μας. Η κατάθλιψη δεν επιτρέπει στην παρούσα φάση της ζωής μας να ελπίζουμε. Δεν υπάρχει μέσα μας η ελπίδα που θα μπορούσε να κινητοποιήσει την θεραπευτική αλλαγή. Ακριβώς επειδή έχει διαταραχθεί η ικανότητά μας να επιδιώκουμε αυτό που είναι ωφέλιμο για εμάς και για τους άλλους νιώθουμε ενοχές και κατηγορούμε τον εαυτό μας για όσα δεν μπορούμε να καταφέρουμε. Είμαστε παγιδευμένοι ανάμεσα στην αδυναμία και την ενοχή. Νιώθουμε κατώτεροι, μειωμένοι, ανάξιοι, άχρηστοι. "


Δεν έχω πουθενά αλλού διαβάσει καλύτερη περιγραφή των συναισθημάτων που βιώνω από αυτήν του κ. Νικήτα Καυκιού που έκλεψα από εδώ. Δεν ήξερα τι να πρωτουπογραμίσω από τις αλήθειες που λέει.

Και η λύτρωση που είναι; Μέσα μας φυσικά, το πρεσβεύω πάντα αυτό, αλλά έχω κουραστεί τόσο πια, που δε μπορώ ούτε σε αυτήν τη πίστη να αγκιστρωθω. Ένα χαλασμένο ανταλλακτικό, το κεφάλι χρήζον γενικού δεξαμενισμού και πέταμα. Όμως, δε μπορούμε να τη πετάξουμε την αλκιμιδούλα, και αυτή τόσο έχει κουραστεί. Κι έτσι εγώ εγκαταλείπω, δε πειράζει, ας μη βρούμε την ουσία, την αιτία, έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να φτιάξουμε το χαλασμένο ανταλλακτικό. Χάπια λοιπόν για την αλλεργία που ξαφνικά και χωρίς λόγο (?) εμφανίστηκε από το πουθενά, χάπια και για τη κατάθλιψη. Αντιμετωπίζουμε τα συμπτώματα, αφήνουμε τη σαπίλα ατόφια να βρωμίζει τα εντός. Τι μας νοιάζει για τα εντός έτσι κι αλλιώς, δε φαίνονται, άρα μπορείς να προσποιηθείς ότι δεν υπάρχουν, δεν ενοχλούν άλλον από τον φέροντα, και ποιός τον χέζει τον φέροντα; Εμπρός λοιπόν να γίνω και πάλι χρηστικό αντικείμενο, ελαφρώς μεταχειρισμένο, αλλά σε άριστη κατάσταση και πλήρους λειτουργίας.


Τιμή δωρεάν
όσο ακριβώς αξίζει

Κυριακή, Νοεμβρίου 11, 2007

ένα μικρό θαύμα καθημερινού ανθρώπου

Θέλω να μοιραστώ ένα θαύμα. Μια γνωστή μου έκανε το πρώτο της παιδί. Θα μου πεις και που το είδες το θαύμα ορέ; Θα σου πω. Η γνωστή μου αυτή είναι παντρεμένη πάνω από δεκαπέντε χρόνια. Δε ξέρω πόσο χρονών είναι, αλλά έχει καβατζάρει τα σαράντα εδώ και αρκετό καιρό. Εγώ τη ξέρω τέσσερα χρόνια μόνο. Την γνώρισα πολύ δυστυχισμένη. Λατρεύει τον άντρα της. Ήταν μεγάλος έρωτας η γνωριμία τους και όταν αποφασίσανε να μοιραστούν τη ζωής τους άφησε την Αθήνα, τους φίλους, την οικογένεια, τις ελπίδες για καριέρα και τον ακολούθησε σε μια επαρχιακή πόλη. Εκεί, οπού ο άντρας της είναι κάποιος και δεν επιτρέπεται η γυναίκα του να δουλεύει. Εκεί που έχτισε από την αρχή φιλίες, σε μια μικρή κοινωνία, που πρέπει να προσέχει τα βήματα της και να κάνει αυτό που είναι πρέπον. Τίποτα κακό με όλο αυτό. Το αναφέρω γιατί οι διέξοδοι της είναι ελάχιστες. Πέρα από τη σχέση της με τον άντρα της που είναι πολύ καλή οι άλλες διέξοδοι τολμώ να πω ανύπαρκτες. Το πλάνο και όνειρο της ήταν να κάνουν μεγάλη οικογένεια και να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Δυστυχώς όμως εμείς κάνουμε σχέδια και ο Θεός γελάει. Δεν έμενε έγκυος με τίποτα. Τραβήχτηκε χρόνια με τις θεραπείες και τις εξωσωματικές. Χωρίς τίποτα άλλο στη ζωή της, πέρα από το γάμο της να της δίνει τη ψευδαίσθηση ότι κάπου πάει. Κάποια στιγμή εγκατέλειψε τις προσπάθειες. Εκεί κάπου τη γνώρισα εγώ. Με το όνειρο της οικογένειας εγκαταλελειμμένο, γνώρισα έναν άνθρωπο συγκαλυμμένα δυστυχισμένο.
Και ως εκ του θαύματος, τώρα είναι μαμά. Από το πουθενά. Και αν ο Θεός κάποια στιγμή γέλασε, τώρα γελάει αυτή, τελευταία και καλύτερα.
Να ναι καλά, και να της ζήσει. Είναι ένα πολύ τυχερό μωρό. Ειλικρινά.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2007

lets pretend

Σύννεφο βαρύ έρχεται. Κάνω να πάρω βαθιά ανάσα, να φυσήξω όπως φύσηξα κι έσβησα τα κεράκια της τούρτας, να το διώξω, να το διαλύσω, και η ανάσα μένει μέσα μου, γεμίζει τη κοιλιά, τα σπλάχνα, με την υπόσχεση της του τι θα μπορούσε να κάνει για μένα, ανεκπλήρωτη, αλλά μαζί μου, πάντα μαζί μου, η ανάσα σύντροφος που με περιγελλά και διασκεδάζει μαζί μου, με τις αδυναμίες μου, με τα θέλω μου. Να το το σύνεφο, εκεί δε μπορείς να το διώξεις, δε μπορείς να παίζεις κρυφτό άλλο μαζί του, το σκοτάδι στα μάτια εκεί, όχι επειδή φοράς γυαλιά ηλίου, αλλά γιατί ο ήλιος παίζει κρυφτό από εσένα, και αυτος μόνο θα αποφασίσει αν και πότε θα σε ξαναφωτίσει. Λέω να βάλω φτερά, σαν τον Ίκαρο ένα πράγμα, και να πάω να τον συναντήσω, αλλά φοβάμαι, φοβάμαι τη θέρμη του, φοβάμαι το φως του κυρίως, το φως είναι που με τρομάζει. Αυτό το καθαρό ανεμπόδιστο φως, που καθαρά ανεμπόδιστα τα ξεγυμνώνει όλα, τα αποκαλύπτει και τίποτα δε μένει στη σκιά να μπορείς να το δεις κι έτσι κι αλλιώς και όπως αντέχεις. Να κλείσω μάτια ίσως; Να καμωθώ ότι έχει φως, και είναι το φως άπλετο, καθάριο, το γεννάει το δικό μου βλέμμα και αποκαλύπτει μόνο αυτά που εγώ του επιτρέπω. Επιλεκτικός φωτισμός αυτών που αντέχω. Και τα μάτια ερμειτικά κλειστά. Και το στόμα ερμειτικά κλειστό. Μη τυχόν και του ξεφύγει η ανάσα και διώξει το σύννεφο! Γελοία; Ναι. Εγκατάλειψη; φυσικά! μόνο έτσι ξέρω να προχωρώ. Υπάρχει κι άλλος τρόπος. Να μου δώσω μια γερή μπουνιά στα μάτια, να πρειστούν, και να μη μπορούν να ανοίξουν. Να μην την έχω την επιλογή γιατί μπορεί και να ενδώσω και τελευταίως δε με εμπιστεύομαι καθόλου. Κάτσε, να ανάψω κι άλλο ένα τσιγάρο, αποδυναμώνει τις ανάσες.