Τρίτη, Οκτωβρίου 30, 2007

Η δική μας επανάσταση

ή η ελπίδα είναι σαν τις γάτες, εφτάψυχη!

Μια ακολουθία γεγονότων, ίσως τυχαία, ίσως ο τρόπος του σύμπαντος να με διδάξει αυτό που έχω ανάγκη. Δεν έχει σημασία. Δεν έχει σημασία αν το μάθημα είναι το σωστό, αν εγώ το έπιασα, αν τελικά είναι όλα ψευδαισθήσεις του μυαλού, μηχανισμοί επιβίωσης για να μπορέσουμε να αντέξουμε σε αυτό τον κόσμο.

Πριν ένα μήνα εντελώς τυχαία, δε ξέρω γιατί, μου ήρθε να πάω στο site toy Dan Millman. Είχα καιρό να το επισκεφτώ, είχα καιρό να σκεφτώ τα βιβλία του, του είχα γράψει όταν γεννήθηκε ο Ιάσωνας αν έχει σκοπό να γράψει κάτι για γονείς, αφού και ο ίδιος είναι γονιός. Μου είχε κάνει τη τιμή να μου απαντήσει, ότι όχι άμεσα αλλά ίσως κάποια στιγμή. Προβλήματα με τον Ιάσωνα με έκαναν να θυμηθώ αυτήν τη συναλλαγή και να επισκεφτώ το site. Και πέφτω πάνω στην ενημέρωση, έκτακτο σεμινάριο, στην Αθήνα, σε τρεις μέρες. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Και φυσικά πήγα.
Μέσα στα πολλά που είπε, και την έμπνευση που έχει το χάρισμα να δίνει, και τη γλυκύτητα που αναδίδει, μίλησε για την αξία της προσφοράς, και τη σημασία που έχει να επιτρέπουμε στους άλλους να μας προσφέρουν. Πόσο σημαντικό είναι να δίνουμε και πόσο καλά νιώθουμε. Και πόσο σημαντικό είναι να κάνουμε αυτό το δώρο και στους άλλους, να τους δίνουμε τη χαρά να κάνουνε κάτι για μας. Τα λόγια του πέρασαν και δεν ακούμπησαν. Είχα άλλα να εστιάσω και να σκεφτώ. Μερικές μέρες μετά, δύο κυρίες, κάτω από το σπίτι μου, μου ζητάνε πληροφορίες για να πάνε κάπου, σχετικά μακριά και ταξί στη περιοχή μου λιγοστά. Τους λέω, μισό λεπτάκι να φέρω το αυτοκίνητο, θα σας πάω εγώ. Μέχρι να κατέβω είχανε φύγει. Και αυτό το γεγονός πέρασε και δεν ακούμπησε. Δυό εβδομάδες αργότερα, θα πηγαίναμε σε σεμινάριο στην Αίγινα. Η καλή μου φίλη προσφέρθηκε να περάσει να με πάρει γιατί ήμουνα πιεσμένη χρονικά. Μη θέλοντας να της γίνω βάρος, που να κάνει τώρα κύκλους στην Αθήνα, αρνήθηκα και είπα ότι θα πάω μέχρι το σπίτι της για να φύγουμε από εκεί. Φυσικά άργησα, αγχώθηκα, παραλίγο να χάσουμε το καράβι. Αυτή ήρεμη και χαλαρή να λέει δεν έγινε και τίποτα θα πάρουμε το επόμενο, εγώ μέσα στις τύψεις. Και αυτό το γεγονός δεν το έπιασα.
Και μετά στο σεμινάριο, για γονείς αυτήν τη φορά, αφού μιλήσαμε για τη συνεργασία και τις αρχές και άλλα τέτοια, μας μίλησε και για το πρότυπο της προσφοράς που πρέπει να δίνουμε στα παιδιά μας. Γιατί το να προσφέρεις σε κάνει να αισθάνεσαι πιο γεμάτος, ότι κάτι δίνεις σε αυτό τον κόσμο και τα λοιπά, και τα λοιπά. Και όρισε τη προσφορά, όχι κάνω αυτό που μου ζητάς (και αυτό είναι σημαντικό να γίνεται) αλλά αναγνωρίζω μια ανάγκη και την ικανοποιώ. Και αυτό πέρασε και δεν ακούμπησε. Είπαμε, αλλού το μυαλό εστιασμένο, άλλα πράγματα να ασχοληθει. Και είμαι στις μαύρες μου, γιατί ένα ταξίδι στην Αγγλία δεν ήταν όπως το φαντάστηκα, γιατί οι καβγάδες συνεχίζονται, γιατί τα προβλήματα με τον Ιάσωνα συνεχίζονται, κι εγώ τόσο μα τόσο άχρηστη, που να σκεφτώ άλλα. Σε συζήτηση με συνάδελφο, οικτίρουμε πάλι τη κατάσταση στην Ελλάδα, τη λαμογιά, τον ωχαδερφισμό, κτλ. κτλ. Αναφέρω, στο ταξίδι μου στην Αγγλία, που κάπου δεν είχα την εξυπερέτηση που έπρεπε, πως παραπονέθηκα. Πως εγώ στην Αγγλία ήμουν ένας άλλος άνθρωπος από ότι εδώ, πως δεν αφήνω το στραβό να περάσει, και εν τέλει βοηθώ τη χώρα να είναι καλύτερη. Κι αυτή η κουβέντα πέρασε και δεν ακούμπησε. Έχω μαύρο σύννεφο βαρύ και με πλακώνει και όλα τα άλλα τα προσπερνώ. Και ανεβάζω το τελευταίο ποστ, μαύρο φυσικά. Και η λεμονιά πάλι (αχ βρε λεμονιά πόσες φορές θα με ξυπνήσεις, ε;) σε σχόλιο της μου αναφέρει το μπανεράκι για τους δρόμους ζωής. Θυμήθηκα ότι πλησιάζουν Χριστούγεννα, θυμήθηκα στην Αγγλία που η δουλειά μας συνεργαζότανε με μια φιλανθρωπική οργάνωση για παιδιά όχι τόσο τυχερά, και τα Χριστούγεννα οι υπάλληλοι αγοράζαμε ο καθένας από ένα δώρο για ένα από τα παιδιά, έτσι ώστε να έχουν κάτι να ανοίξουν τα Χριστούγεννα. Θυμήθηκα πόσο μου άρεσε αυτό και λυπήθηκα που δε μπορώ να το κάνω πια. Εκεί κλίκαρα. Συνειδητοποίησα ότι δίνοντας μας την ευκαιρία να κάνουμε κάτι καλό μας κάνανε ένα πολύ μεγάλο δώρο. Συνειδητοποίησα ότι μη θέλοντας να γίνω βάρος στη φιλενάδα μου της στερούσα μια χαρά. Συνειδητοποίησα όμως και το πιο σημαντικό, το λέμε συνέχεια αλλά τελικά πόσο συχνά το εφαρμόζουμε; Από εμάς ξεκινάνε όλα. Αν όχι εμείς ποιός; Δεν αρκεί να παραπονιόμαστε και να απογοητευόμαστε. Μπορούμε να κάνουμε διαφορά. Και τι έγινε που δε διοργανώνει κάποιος στη δουλειά αυτό το απλό με τα Χριστουγεννιάτικα δώρα. Θα το κάνω εγώ. Και τι έγινε που από παντού βαλόμαστε να καταπατάμε τις αρχές μας. Μόνο εμείς μπορούμε να τις υποστηρίξουμε και να αντισταθούμε. Ας αρνηθούμε να επωφεληθούμε κάπου που μας προσφέρεται η παγαποντιά. Ας μη πάρουμε τη σειρά του άλλου. Ας μη δηλώσουμε ψεύτικη διεύθυνση για να έχουμε τα προνόμια του δίπλα δήμου. Ας μην πληρώσουμε κάποιο δημόσιο υπάλληλο για να διευθετύσει το ζήτημα μας πιο γρήγορα. Ας, πολλ΄ας που μπορούμε να κάνουμε. ΟΚ θα χάσουμε λίγο χρήμα, χρόνο, οτιδήποτε. Αλλά αξίζει για την αποφυγή της ταλαιπωρίας της στιγμής να καταστρέφουμε το κόσμο μας; το μέλλον μας; Ναι είναι δύσκολο να κάνεις την υπέρβαση και συνειδητά να είσα ο βλάκας της υπόθεσης σε έναν κόσμο που όλοι κοιτάνε πως να στην φέρουν αλλά τελικά πειράζει να είμαστε βλάκες; Όταν η συνείδηση κοιμάται ήσυχη τι άλλο μπορεί να υπερτερήσει. Και πραγματικά το πιστεύω, όταν βγάλουμε τη μαγκιά από τη ζωή μας, και συγχρόνως κοιτάξουμε γύρω μας, και δούμε ανθρώπους, και αναγνωρίσουμε ανάγκες που ίσως εύκολα μπορούμε να ικανοποιήσουμε, και το κάνουμε αυτό, τότε πραγματικά θα έχουμε επαναστατήσει. Οπότε μιας και έρχονται Χριστούγεννα, και η αλλαγή του χρόνου, ευκαιρία είναι, και να θυμηθούμε την ανθρωπιά μας και να εξασκηθούμε στις αποφάσεις της νέας χρονιάς. Και ίσως μεθαύριο να ξυπνήσουμε σε ένα πιο ανθρώπινο κόσμο.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 22, 2007

Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία

Και όταν πια πεθάνει και αυτή, τι μένει; Θα πρεπε να μπορούσα να σου πω αλλά πραγματικά δε ξέρω. Κενό; Θλίψη; Εγώ νεκρή; Αυτά σίγουρα. Πείσμα; Ίσως. Όχι και το πείσμα κομμάτι της ελπίδας είναι. Σκέφτομαι πριν έναμιση χρόνο, υπέφερα, διπλωνόμουν από το πόνο, αλλά δεν έκλαιγα. Βουβό σπαραγμό το έλεγα. Δεν ήξερα για τι σπάραζα. Ούτε ξέρω. Κάποια στιγμή, άρχισα και πάλι να κλαίω, άρχισαν και πάλι να μου μιλάνε τα τραγούδια. Σημάδι πρόοδου ήταν, και χάρηκα. Κάπου πήγαινα αισθανόμουν. Και είχα πείσμα, πείσμα να βρώ τι ήταν αυτό που μου φταιγε, πείσμα να το γιάνω, να το διώξω, να ξαναβρώ τη χαρά μου, και είχα πίστη, η ζωή είναι απλή και ωραία έλεγα, και το πίστευα. Τώρα, θλίψη, απέραντη θλίψη. Και οι κρουνοί που με τόση ανακούφιση τους είχα ανοίξει, τώρα δε λένε να κλείσουν. Η παραμικρή σκέψη, άκουσμα, τραγούδι, εικόνα, ανοίγει τους καταράκτες. Προσπαθώ να με παρηγορήσω. Σώπα καλό μου, σώπα. Αδυνατώ. Η εικόνα του Ιάσωνα μαχαιριά, η μάνα που δε μπορώ να είμαι, που δε θέλω πια να είμαι, που δε με νοιάζει πιά να είμαι. Cannot be bothered. Η αγκαλιά του καλού μου μαχαιριά, η αγάπη που πληγώνουμε, η κοινή ζωή που δεν, ο συνεχής αλληλοσπαραγμός. Δε με νοιάζει, δε με κόφτει. Όχι με κόφτει, με κόφτει και με παρακόφτει, σκέφτομαι και σπαράζω. Παραίτηση, αυτό νιώθω στο πετσί μου και σπαράζω. Δε θέλω να παραιτηθώ, και όμως να μαι, μέσα στη δίνη της, αυτό που ποτέ δε πίστευα. Να νεκρώσω μέσα μου σκέφτομαι, να μην αισθάνομαι. Άλλη μαχαιριά. Δε το θέλω. Δεν είναι αυτό πυ φαντάστηκα. Και τι φαντάστηκα δηλαδή. Ούτε αυτό το ξέρω. Ψάξε, ψάξε, αναζήτησε να βρεις κάποιον που να σε αγαπά, που να το νιώθεις στο πετσί σου, κενό, άλλη μαχαιριά. Έχω άνθρωπο τραγουδά η Νέγκα, και εμείς που δεν; Αν υποθέσουμε ότι τα στάδια του πένθους ειναι, άρνηση, θυμός, θλίψη, αποδοχή, θα μπορούσα με βεβαιώτητα να πω ότι πλέον διανύω το στάδιο της θλίψης. Μήνες τώρα. Και τότε ποιά ήταν η φάση της άρνησης, το πείσμα; η πίστη ότι μπορώ να βρω την άκρη; Ή μήπως ο βουβός σπαραγμός, αρνιούμουν να δω και για αυτό δε θρηνούσα; Και το πείσμα στην ουσία δεν ήταν ένα συγκαλυμένος θυμός; Θυμός ως προς τι; Πιθανότατα πήδηξα το θυμό. Δε θυμώνω εγώ, όχι σοβαρά. Έστω, δεν έχει σημασία. Ας μείνω στο τώρα, και στη θλίψη. Σίγουρο αυτό. Αλλά τι πενθώ; Ελα μου ντε; Να ξερα, να πάρω το πτώμα, να το γεμίσω μύρα, να το θάψω, με όλες τις τιμές, να το αποχαιρετήσω, να τελειώνω, να πάω παρακάτω. Ίσως να έχω κολλήσει στην άρνηση αφού δε ξέρω καν τι πενθώ. Τη ζωή; Τη Ζωή που καταστρέφω; Τη ζωή που αδυνατώ να βιώσω; Τη ψευδαίσθηση που χάθηκε ανεπιστρεπτή. Προς στιγμή, χτίζω μια ψευδαίσθηση, και μόλις τη χτίσω, να μαι από έξω να την κοιτώ. Πόσο γελοία μπορώ να είμαι προκειμένου να μου δώσω λίγη ανακούφιση, λίγη χαρά (;), λίγη ελπίδα; Κοιτώ το ψέμα, με χλευάζω και οι μαχαιριές απανωτές, χράτς, χράτς, κομμάτια. Να τα κάτω, μάζεψε τα, φτιάξε πάλι κάτι. Γιατι; Ποιό το νόημα; Ποιός ο στόχος. Τι να διαβάσω, που να ψάξω να βρω μια ψευδαίσθηση, μια υποψία ψευδαίσθησης; Το νόημα είναι στην αγάπη. Τι μας λες τώρα! Για ποιά αγάπη να μιλήσω; Ποιά; Αυτή που με βοηθά να σπρώχνω τις μέρες; Τουλάχιστον, προσπάθησε να περάσεις καλά. ΟΚ, επιφάνεια, όχι, όχι επιφάνεια, η επιφάνεια είναι άλλη μαχαιριά. Αλλά δε ξέρω πιά να αναγνωρίσω το βάθος. Εξάσκηση στη θέληση μου, κάνε αυτό που πρέπει ανεξαρτήτως διαθέσεως. ΟΚ. Αυτό τουλάχιστον μπορώ να το κάνω. Act as if. ΟΚ, και αυτό μπορώ να το κάνω. Πράττω σα να ισχύει. Τι ακριβώς; Σαν τι; Δεν αντέχεται η θλίψη. Δε μπορώ και να της ξεφύγω. Είπα, ΟΚ, να χαιδέψω τον εαυτό μου όσο δε πάει, μπας και συνέλθω. ΟΚ, το κάνω. Γιατί κάθε μου χάδι είναι μπουνιά. Γιατί το χέρι μου είναι σκέτο αγάθι; Κάνω όλα αυτά που μου αρέσουν, δε πιέζομαι, ταξίδια σε μέρη λατρεμένα που άλλωτε με γέμιζαν χαρά. Να τολμήσω να πω ευτυχία (τουλάχιστον ήταν η ψευδαίσθηση της ευτυχίας). Και το γεγονός ότι τώρα αδυνατώ να χαρώ άλλη μαχαιριά, η πιο βαθιά. Πήγαινε πάλι στο δωμάτιο του μικρού, κοιμάται σαν άγγελος, γιατί δε μπορώ να τη γευτώ αυτήν την εικόνα; Μαχαιριά.
Τεσπά, το ΠΣΚ σε μέρος πολυαγαπημένο, σεμινάριο για γονείς, από άνθρωπο γλυκύτατο που με συντροφεύει σα γονέα πέντε χρόνια τώρα. Η οικογενειακή μας παράδοση τα φθινοπωρινά αυτά σεμινάρια. Είπε κάτι που ίσως να είναι και σημαντικό, κλείνωντας το σεμινάριο. "Έρχομαστε εδώ, και ακούτε όλα υτά που πρέπει να κάνει ένας γονιός, το ιδανικό που όλοι μας παλεύπυμε για αυτό, και γνωρίζετε άλλους γονείς, που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό το επιδιώκουν και το καταφέρνουν. Και είναι πολύ εύκολο να δείτε όλα τα λάθη που κάνετε και να αισθανθείτε ότι σα γονείς έχετε αποτύχει. Όμως βλέπω τα παιδιά σας, και είνι ζωντανά, υγειεί και χαρούμενα. Και αυτό είναι μεγάλο επίτευγμα, και να θυμόσαστε να το εκτειμείτε τον εαυτό σας." Ωραία, ο γιός μου είναι ζωντανός, σπουδαία τα έχω καταφέρει! Άλλη μαχαιριά. Και μετά, σε συζήτηση, κάποιοι γονείς ανέφεραν, πως λένε ότι τα παιδιά τους είναι μικρότερα σε ηλικία για να μη πληρώσουν εισητήριο. Η υποκρισία όλων αυτών που είναι πεπεισμένοι ότι αναθρέφουν τα παιδιά τους με αρχές. Εκεί κάπου σκέφτομαι ότι δεν είμαι και τόσο άχρηστη μάνα. Τουλάχιστον επιμένω και καταφέρνω να ζω συμφωνα με τις αρχές μου. Και άλλο τεσπά.

Άραγε η ελπίδα όταν πεθαίνει πάει στον παράδεισο ή στην κόλαση;

Πέμπτη, Οκτωβρίου 04, 2007

...

Η σκέφη μου είναι σε δύο γονείς που χάνουν το παιδί τους. Δεν τους ξέρω προσωπικά, μόνο την ιστορία τους. Δε μπορώ να καταλάβω τι περνάνε, δε μπορώ να συναισθανθώ πως είναι να βλέπεις το παιδί σου να αργοπεθαίνει. Και να πρέπει να είσαι δυνατός, και να κρατάς την ελπίδα δυνατή, για να μη παραιτηθεί κι εκείνο, να στέκεσαι ανύμπορος να κάνεις το οτιδήποτε παρά να του δώσεις όση ζωή προλάβεις. Ξέρω ότι αν μου συνέβαινε θα έβρισκα τα αποθέματα και θα ήμουνα εκεί για τον Ιάσωνα, κάθε γονιός θα αντλούσε από κάπου το κουράγιο και θα αντεπεξερχότανε. Δεν έχω ιδέα τι σημαίνει αυτό όμως. Οι δύο αυτοί άνθρωποι έχουν κι άλλα δύο παιδιά. Αυτά θα τους δώσουν τη δύναμη να συνεχίσουν. Δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περάσουν το γολγοθά, να τον βιώσουν και να συνεχίσουν. Ούτε αυτό μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει. Πάντα έλεγα ότι αν πάθει κάτι ο Ιάσωνας απλούστατα θα σκοτωθώ. Όχι γιατί ο Ιάσωνας δίνει νόημα και αξία στη ζωή μου, ή ότι χωρίς αυτόν δε μπορώ να ζήσω. Απλά εγώ, μην έχοντας άλλα παιδιά, μπορώ να επιλέξω αυτόν τον πόνο να μην το βιώσω. Κατά κάποιον τρόπο από αυτό τον πόνο είμαι προστατευμένη. Άλλος μπορεί να επέλεγε να τον βιώσει το πόνο. Οι συγκεκριμένοι γονείς δεν έχουν επιλογή. Έχουν μπροστά τους πολύ πόνο. Και κανείς μας δε μπορεί να κάνει κάτι για να τον απαλύνει.
Δεν τα γράφω αυτά για να προσπαθήσω να πείσω εμένα, ή και τους λίγους επισκέπτες μου, ότι είμαστε τυχεροί που η ζωή δε μας χτυπάει τόσο αλύπητα. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε τους δικούς μας γολγοθάδες, περισσότερο ή λιγότερο ανηφορικούς, πραγματικούς ή φανταστικούς. Όχι. Ούτε έχω κάτι παρηγορητικό ή ουσίας να πω, ή μεγαλόπνοο.
Απλά η σκέψη μου είναι μαζί τους αυτές τις ημέρες.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007

ερωτήσεις

Η ζωή μου είναι ένα τραμπολίνο. Πιάνω πάτο, κάνω γκελ, και ξανά, και ξανά, προς τη δόξα τραβά. Κάθε φορά ο πάτος είναι και πιο χαμηλά, κάθε φορά πιστεύω ότι δεν έχει πιο κάτω, μόνο για να διαψευθώ την επόμενη, οποία ειρωνία. Κάθε φορά ο πάτος είναι τόσο οδυνηρός που αναγκαστικά πρέπει να κάνω γκελ. Δεν αντέχεται ο πάτος, φυσική ανθρώπινη αντίδραση, άμυνα, στρατηγική επιβίωσης, να ανέλθεις, σε πιό γαλανούς ουρανούς, σε πιο κάλμα νερά. Και ένα περιέργο πράγμα, ο πόνος, κάθε φορά είναι πιο μεγάλος, οι αιτίες του άλλες φορές ίδιες, άλλες πιο σοβαρές, άλλες πιο ασήμαντες. Ένα πράγμα, σα να εξασκούμαι στο πόνο, να συνηθίζω, και κάθε φορά να θέλω και πιο πολύ για να μου δώσει το έναυσμα της ανάβασης. Μα τι λέω; είναι κάτι τέτοιο δυνατόν; Τόσο βλακωδώς αντιδρώ; Δε λέω ότι έτσι συμβαίνει, και να μου το προσάψεις κατηγορηματικά θα το αρνηθώ, αλλά έχει ενδιαφέρον και μόνο η ερωτηση, ρητορική βεβαίως βεβαίως γιατί φυσικά ξέρεις, ξέρω ότι δεν είναι δυνατόν να είναι αληθινή.
Και σκεφτόμενη ερωτήσεις, σκέφτομαι μια διαπίστωση που έκανα, το Σάββατο, σε ένα σεμινάριο που είχα πάει, του Dan Millman, συγγραφέα του "Ο δρόμος του ειρηνικού πολεμιστή". Δεν το έχω διαβάσει, τον Dan Millman, εγώ τον γνώρισα από το "Twelve gateways to everyday enlightment". Η εμπειρία του σεμιναρίου ήταν εκπληκτική ούτως ή άλλως, με έβαλε σε σκέψεις (ή μάλλον με έβγαλε από σκέψεις) και ήρθε σε μια στιγμή πολύ ταιριαστή, γιατί πριν μια εβδομάδα είχα πιάσει τον πιο πάτο από τους πάτους, και τις τελευταίες μέρες είμαι στη πορεία ανάβασης. Οπότε εκεί όλα καλά.
Αλλά θυμήθηκα κάτι από το βιβλίο του, δεν το είπε στο σεμινάριο αλλά μου ήρθε η φλασιά, για μια στιγμή πλήρους φώτισης που είχε σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής του, όπου λέει "words fail me but it waσ as if the world was a cosmic joke and I had just caught the punch line". Και θυμήθηκα και τρεις τέτοιες δικές μου στιγμές, ίσως όχι φώτιση, δε μπορώ να το περιγράψω έτσι, αλλά πλήρους κατανόησης. Η μία, ήταν στιγμή μεγάλης χαράς, τη στιγμή που ο γιος μου, βρωμίλικος και ματωμένος, εναποτέθηκε στην αγκαλιά μου αμέσως μετά τη γέννηση του. Η άλλη ήταν, σε ένα εκκλησάκι στη Ραφήνα, όπου ο πόνος από την συνειδητοποίηση ότι ένα όνειρο είχε χαθεί ανεπιστρεπτί ήταν τέτοιος που διπλώθηκα στα δύο και κατέρευσα σα να λιώνω, και η τρίτη μια καθόλα συνιθισμένη μέρα (ναι, ναι Dan, there are no ordinary moments) στη πισίνα, που βυθίστηκα και έμεινα ακίνητη κάτω από το νερό για πρώτη φορά και ανακάλυψα τη γαλανή γαλήνη μου. Η αίσθηση που είχα εκείνες τις στιγμές με ακολουθεί αν και δεν έχω τη δυνατότητα να την ανακαλέσω, ή να την ξαναδημιουργήσω. Έχω μόνο μια γεύση. Και μέχρι το Σάββατο δε μπορούσα καν να τη περιγράψω. Το Σαββατο όμως ο Millman είπε "δεν έχω εγώ τις απαντήσεις. Οι απαντήσεις είναι μέσα σας". Και σκέφτηκα, ναι, και κάθε τόσο βρίσκουμε ένα σύστημα απαντήσεων, το πιστεύουμε και έτσι μπορούμε και προχωράμε στη ζωή, μπορούμε και αντέχουμε τη ζωή, εννίοτε και να την διασκεδάζουμε. Ώσπου μια ωραία πρωία ανακαλύπτουμε ότι οι απαντήσεις αυτές δεν ισχύουν, ήταν απλά μια βολική ψευδαίσθηση που επιλέξαμε να πιστεύουμε, ή που πείσαμε τον εαυτό μας να πιστεύουμε. Και μετά χτίζουμε μια άλλη ψευδαίσθηση, και ούτω καθε εξής. Το θέμα είναι να μη θέτεις καν ερωτήσεις. Και συνειδητοποίησα, εκείνες τις τρεις στιγμές στη ζωή μου, για αυτό το απειροελαχιστα μικρό χρονικό διάστημα, αυτό ακριβώς συνέβαινε, δεν είχα ερωτήσεις. Δεν ήξερα, δεν κατανοούσα, δεν είχα βρεί την απάντηση όλων. Απλά δεν ρώταγα.

Τώρα που θα μου χρησιμεύσει αυτή η συνειδητοποίηση είναι άλλο θέμα, προς στιγμή επιλέγω να μη ρωτήσω καν αυτό.

Καλό μας μήνα